Θα παρέχει έγκαιρη και αξιόπιστη πληροφόρηση για σεισμούς άνω των 4 Ρίχτερ στην Ελλάδα, αλλά και στα Βαλκάνια
Γράφει η Γιώτα Mυρτσιώτη
Ο φόβος και ο πανικός που προκαλεί ένας σεισμός είναι ανεξέλεγκτος. Βροχή πέφτουν τα τηλεφωνήματα από ανήσυχους πολίτες στο εργαστήριο Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης έπειτα από κάθε σεισμική δόνηση έστω και αν το επίκεντρο βρίσκεται χιλιόμετρα μακριά. Η ακατάπαυστη σεισμολογία που ακολουθεί, αλλά και η παραπληροφόρηση μπορούν να προκαλέσουν κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Οι φήμες για επικείμενη ενεργοποίηση του ηφαιστείου στη Σαντορίνη που κυκλοφόρησαν αμέσως μετά μια αισθητή σεισμική δόνηση τον περασμένο Ιούνιο αναστάτωσαν το νησί στην έναρξη της τουριστικής περιόδου. Δεκάδες τηλεφωνήματα δέχθηκε το σεισμολογικό του ΑΠΘ από χώρες της Ευρώπης που ζητούσαν πληροφορίες γι’ αυτή τη φήμη, ανησυχώντας για τα παιδιά τους ή για συγγενείς τους που έκαναν διακοπές στη Σαντορίνη.
Αυτή την ακατάπαυστη φημολογία και τις συνέπειές της επιχειρεί να περιορίσει το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο μέσω του Διαδικτύου. Ενας «μικρός σεισμογράφος» θα υπάρχει πλέον σε κάθε σπίτι ώστε να παρέχει έγκαιρη και αξιόπιστη πληροφόρηση για τους σεισμούς άνω των 4 Ρίχτερ που έχουν σημειωθεί στην Ελλάδα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Σε ελάχιστα λεπτά ή και δευτερόλεπτα ο χρήστης μπορεί να έχει πρωτίστως μια σαφή εικόνα για το επίκεντρο και για το μέγεθος και στη συνέχεια πληροφορίες για τη σεισμική δραστηριότητα στο συγκεκριμένο επίκεντρο, αλλά και μια εκτίμηση για τις επιπτώσεις που μπορεί να προκαλέσει ο σεισμός στην ευρύτερη περιοχή. Η ενημέρωση αφορά σε σεισμούς άνω των 4 Ρίχτερ, καθώς «μόνο πονοκέφαλο θα προκαλούσε η ενημέρωση για 20-30 σεισμούς κάτω των τριών Ρίχτερ που σημειώνονται ημερησίως στην Ελλάδα», διευκρινίζει ο καθηγητής Σεισμολογίας του ΑΠΘ κ. Κώστας Παπαζάχος. Η επιστημονική ενημέρωση των πολιτών μέσα από την ιστοσελίδα του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του ΑΠΘ και του Σεισμολογικού Σταθμού (http: //seismology.geo.auth.gr), θα ξεκινήσει εντός του Δεκεμβρίου ή αρχές του επόμενου έτους. Ο καθένας έχει τη δυνατότητα να παρακολουθεί άμεσα τους σεισμούς που αναλύονται από τους σεισμολόγους του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του ΑΠΘ σε καθημερινή βάση για την περιοχή που τον ενδιαφέρει. Από τον διαδικτυακό τόπο ο κάθε χρήστης μπορεί επίσης να κατασκευάσει χάρτες σεισμών (πρόσφατων ή ιστορικών) να αποθηκεύσει τους καταλόγους των σεισμών (π.χ. μελέτες σεισμικότητας και σεισμικής επικινδυνότητας κ.λπ.). Παράλληλα, μπορεί να αντλήσει στοιχεία για κάθε σεισμογενή περιοχή της χώρας ή των βαλκανικών χωρών (Αλβανία, Μαυροβούνιο, Σερβία, FYROM, Bουλγαρία, Τουρκία) και των άλλων χωρών (Ιταλία, Κύπρος, Γερμανία, Σλοβακία) με τις οποίες το σεισμολογικό δίκτυο του ΑΠΘ συναλλάσσει διαρκώς δεδομένα. «Ο σεισμός δεν έχει εθνικότητα. Μια ισχυρή σεισμική δόνηση στις Πρέσπες ή στην Οχρίδα επηρεάζει άμεσα την Καστοριά και τη Φλώρινα», επισημαίνει ο κ. Παπαζάχος. Η επεξεργασία και η αποστολή σε πραγματικό χρόνο των σεισμολογικών δεδομένων επεκτείνεται και στην άμεση πληροφόρηση μέσω SMS. O σεισμολογικός σταθμός έχει ήδη εισάγει ένα σύστημα ειδοποίησης μέσω μηνυμάτων (SMS) για τη γένεση ισχυρών σεισμών προς τους φορείς της πολιτείας με στόχο τον συντονισμό της δράσης και επέμβασης σε περίπτωση μεγάλου σεισμού.
Η καινοτομία αποτελεί εξέλιξη του ψηφιακού δικτύου την τελευταία τριαντακονταετία. Η ανιχνευσιμότητα των σεισμών βελτιώνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Τρεις μόνο σεισμογράφοι λειτουργούσαν πριν από τον μεγάλο σεισμό της Θεσσαλονίκης (1978) με αποτέλεσμα να χάνεται το 70% των σεισμών στον βορειοελλαδικό χώρο. Δεν αναλύονταν δηλαδή από σεισμολόγους, δεν συμπεριλαμβάνονται στους σχετικούς καταλόγους και άρα τα αντίστοιχα δεδομένα δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για θεωρητικούς ή πρακτικούς σκοπούς. Μετά την ίδρυση του δικτύου του ΑΠΘ (1981) υπερτριπλάσιος ήταν ο αριθμός των σεισμών (10.300) άνω των 3 Ρίχτερ που είχε καταγραφεί το διάστημα 1981-1990 σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία (3.200 σεισμοί). «Σήμερα, επειδή η σεισμικότητα δεν μεταβάλλεται, καταγράφονται περίπου 13.400 σεισμοί/10ετία, δηλαδή έχουμε 3-4 σεισμούς την ημέρα μεγέθους μεγαλύτερο ή ίσο των τριών Ρίχτερ», διευκρινίζει ο κ. Παπαζάχος.