Γράφει ο Παναγιώτης Τελεβάντος
Γιατί στεναχώρεσαν οι ιεράρχες μας το κορίτσι χρονιάρα μέρα; Δεν κάνει! Τι θα γίνει κι αυτό το κακόμοιρο; Γι’ αυτό λοιπόν ξέσπασε! Είπε να εξομολογηθεί τον πόνο του από τις στήλες του “Βήματος”. Δεν έπρεπε, λέγει το κορίτσι μας (ξέρετε για ποια σας μιλώ; Δεν είναι έτσι; Ναι, ναι το κοριτσάκι του συνωστισμού!!! Την κυρία Ρεπούση!!!), να εκδώσει η Ιεραρχία φυλλάδιο και να μιλήσει για θέματα που δεν είναι της αρμοδιότητάς της.
Να παρακαλέσουμε τους Ιεράρχες μας εφεξής να προσέξουν να μην εκδίδουν, εγκυκλίους, ανακοινώσεις και φυλλάδια έξω από την αρμοδιότητά τους. Και επειδή δεν έχουν προσδιοριστεί με σαφήνεια τα όρια της αρμοδιότητας της Εκκλησίας εισηγούμαι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας να συστήσει Συνοδικό Γραφείο λογοκρισίας στο οποίο να παραπέμπονται όλες οι εγκύκλιοι, ανακοινώσεις, δηλώσεις, κηρύγματα, θέματα για κύκλους κτλ. πριν δουν το φως της δημοσιότητας.
Για να λειτουργήσει όμως σωστά το Συνοδικό αυτό Γραφείο πρέπει να στελεχωθεί με τα κατάλληλα πρόσωπα. Η κυρία Ρεπούση φυσικά πρέπει να τεθεί επικεφαλής του Γραφείου λογοκρισίας των εκκλησιαστικών εγγράφων με αναπληρώτρια διευθύντρια την κυρία Δραγώνα. Στην “προοδευτικιά” επιτροπή λογοκρισίας και καταπολέμησης της οπισθοδρόμησης πρέπει απαραιτήτως να συμπεριληφθούν ΜΟΝΟ προσωπικότητες της “προοδευτικιάς” διανόησης, όπως λ.χ. Φραγκουδάκη, Ασκώτου, Μπουτάρης, Καμίνης, Τρεμόπουλος, Βαλλιανάτος και ορισμένοι άλλοι της περιωπής τους για να αποκτήσει αυθεντία και κύρος η επιτροπή.
Είναι φανερόν ότι θα υπάρξει συνωστισμός εγγράφων στο Γραφείο λογοκρισίας της Συνόδου, αφού όλα τα εκκλησιαστικά έγγραφα θα περνούν από τα χέρια της πριν δημοσιευθούν. Η παρουσία της κυρίας Ρεπούση όμως επικεφαλής της επιτροπής εγγυάται την απρόσκοπτη λειτουργία του Συνοδικού Γραφείου λογοκρισίας. Ουδείς νομίζω αμφιβάλλει ότι η κυρία Ρεπούση διαθέτει τις απαραίτητες περγαμηνές για να χειρίζεται θέματα συνωστισμού!
Και για να σοβαρευτούμε!
Αφού φτάσαμε στο έσχατο κατάντι η κάθε Ρεπούση να υπαγορεύει στην Εκκλησία πού εκτείνεται η αρμόδιοτητά της και πότε της είναι επιτρεπτό να μιλά στο ποίμνιό της είναι φανερόν ότι φτάσαμε στο τελευταίο σκαλοπάτι του κακού της σκάλας. Δεν υπάρχουν πια άλλα περιθώρια εξευτελισμού μας.
Θα θέλαμε να ελπίσουμε:
“Και µην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί
να κατρακυλήσεις πιο βαθιά
στου Κακού τη σκάλα,–
για τ' ανέβασµα ξανά που σε καλεί
θα αιστανθείς να σου φυτρώσουν, ω χαρά!
τα φτερά,
τα φτερά τα πρωτινά σου τα µεγάλα!”
(Κωστή Παλαμά - Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου)
Δυστυχώς όμως! Αντί να αισθανόμαστε να φυτρώνουν φτερά στο σώμα της πατρίδας μας αισθανόμαστε αναγούλα από τη ζωηρή αίσθηση της γλίτσας που αφήνουν οι γυμνοσάλιαγκες στο πέρασμά τους. Τα 97% του Ελληνικού λαού είναι ορθόδοξοι χριστιανοί! Η Ορθόδοξη Εκκλησία πρωτοστάτησε στην απελευθέρωση της πατρίδας μας και ηγήθηκε όλων των αγώνων του έθνους μας! Για να τακτοποιήσει τους πρόσφυγες και τους φτωχούς η Εκκλησία έδωσε το 98% της περιουσίας της στο κράτος αλλά κι αυτό το 2% που της απέμεινε δεν της δίνουν το δικαίωμα να το αξιοποιήσει και τελικά η κάθε Ρεπούση διαμφισβητεί το ρόλο της και τη θέση της στη ζωή της πατρίδας μας. Ακομη και το δικαίωμα (καλύτερα το καθήκον της) να εκφέρει τις απόψεις της.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο της κ. Μαρίας Ρεπούση, έτσι όπως δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» που μας έδωσε την αφορμή για τη σύνταξη του πιο πάνω σχολίου.
*****
Η απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος να απευθυνθεί στον «λαό» για την κρίση καθώς και ο τρόπος με τον οποίο την πραγματοποίησε έρχονται να προστεθούν σε μια σειρά πολιτικών παρεμβάσεων της Εκκλησίας που τείνουν να γίνουν...συστημικό φαινόμενο της πολιτικής ζωής της χώρας. Με διάφορα προσχήματα που προσαρμόζονται στον πνευματικό ρόλο της Εκκλησίας έτσι όπως οι ίδιοι οι ιεράρχες τον αντιλαμβάνονται, η Ιερά Σύνοδος παραβιάζει συστηματικά τη σιωπή που αρμόζει στη διακηρυγμένη αποστολή της. Θεωρήσαμε κάποια στιγμή ότι για την παραβίαση αυτή ευθυνόταν η προηγούμενη ηγεσία της Εκκλησίας και ελπίσαμε στην αλλαγή πλεύσης με τη νέα ηγεσία. Συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο ότι το πρόβλημα δεν αφορά τα πρόσωπα αλλά τον θεσμό, έναν θεσμό που εκτρέπεται συστηματικά και πάντα στην ίδια κατεύθυνση προκειμένου να υπερασπιστεί τα δικά του συμφέροντα. Αυτό είναι κατά τη άποψή μου το πρώτο πρόβλημα. Και είναι πρόβλημα λειτουργίας του πολιτεύματος.
Κοινή βάση των πολιτικών παρεμβάσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι η αντίδραση σε κάθε αλλαγή που ενδέχεται να χρειάζονται η χώρα και οι πολίτες αλλά θεωρείται επιζήμια για τα δικά της συμφέροντα. Η Εκκλησία δεν είναι απλά μια δύναμη που παρεμβαίνει στα πολιτικά πράγματα, είναι μια αντιδραστική δύναμη που συντάσσεται σε πολλές περιπτώσεις με την οπισθοδρόμηση. Τρανό παράδειγμα η θέση της Εκκλησίας σε κάθε εκπαιδευτική αλλαγή που επιχειρεί να μεταρρυθμίσει το σχολείο και να λειτουργήσει κοινωνικοποιητικά για το σύνολο των μαθητών και μαθητριών που φοιτούν στα ελληνικά σχολεία, και που είτε δεν είναι ορθόδοξοι στο θρήσκευμα είτε δεν επιθυμούν να είναι θύματα της ορθόδοξης προπαγάνδας που γίνεται στα σχολεία. Οι ιεράρχες δεν απαιτούν μόνο να έχουν λόγο για τα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων, τα μαθήματα, τα σχολικά βιβλία, τις σχολικές γιορτές. Απαιτούν να μη γίνουν αλλαγές που κλονίζουν την κυρίαρχη θέση της Ορθοδοξίας στην εκπαίδευση.
Το απαιτούν για να ελέγχουν το περιεχόμενο της ιδιότητας του έλληνα πολίτη που καλλιεργείται στο σχολείο, για να διαιωνίζουν την ταύτιση της πολιτειότητας με την Ορθοδοξία και να διασφαλίζουν ένα μαζικό ποίμνιο, ένα πλήρωμα που είναι δικό τους, ομιλούν στο όνομά του και αντλούν πολιτική δύναμη από αυτό. Ακόμη και στην πρόσφατη παρέμβασή της με αφορμή την οικονομική κρίση, η Εκκλησία αυτόν τον ρόλο διεκδικεί για τον εαυτό της. Αναφέρεται και πάλι στην Εκπαίδευση. Αφού εκφράζει την ανησυχία της για «το νέο Λύκειο που ετοιμάζεται», αυτοαναγορεύεται εκπρόσωπος του Έλληνα πολίτη, γίνεται η δυνατή φωνή του. «Πιστεύουμε», σημειώνουν ακόμη, «ότι όντως τα σχολικά βιβλία γράφονται με την ευθύνη της Πολιτείας, αλλά το περιεχόμενό τους αφορά και τον τελευταίο Έλληνα πολίτη που περιμένει από την Εκκλησία του να μεταφέρει με δύναμη τη δική του ταπεινή φωνή».
Από τη μία στέκει η Πολιτεία και από την άλλη η Εκκλησία, η Εκκλησία ως εκπρόσωπος του πολίτη. Μια δύναμη που υπερασπίζεται τον λαό και τα συμφέροντά του απέναντι στην Πολιτεία, μια δύναμη που αντιστέκεται «στο πονηρό σύστημα αυτού του κόσμου». Μια Εκκλησία που, όπως ισχυρίζεται, δεν φοβάται να γίνει ιερομάρτυρας στον βωμό της αντίστασης. Στη δημιουργία αυτού του δίπολου, του Κακού και του Καλού, της Πολιτείας και της Εκκλησίας, της κοινωνίας των πολιτών και της κοινωνίας των πιστών, καθοριστική είναι η συμβολή της πολιτικής εξουσίας. Με την ανοχή ή και την υποστήριξή της η Εκκλησία της Ελλάδος έχει απειλήσει και καταφέρει πολλές φορές στο παρελθόν να γίνει «κράτος εν κράτει». Συχνά πυκνά επιβεβαιώνει τη δυνατότητά της να αντιπαρατίθεται και να βγαίνει νικήτρια.
Γιατί αυτή η συναίνεση; Γιατί η ελληνική Πολιτεία συνομιλεί με την Εκκλησία ως πόλο πολιτικής εξουσίας; Γιατί της αναγνωρίζει τον ρόλο του θεματοφύλακα του Ελληνισμού; Γιατί της επιτρέπει να παρεμβαίνει στην Εκπαίδευση; Γιατί εξακολουθεί να παραβιάζει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης; Γιατί δεν εφαρμόζει την ισότητα της μεταχείρισης ανάμεσα στους πολίτες διαφορετικού θρησκεύματος; Γιατί εξακολουθεί να πληρώνει το προσωπικό της Εκκλησίας με τα χρήματα των Ελλήνων, χωρίς μάλιστα να έχει τη συναίνεσή τους; Γιατί δεν αντιμετωπίζει την Εκκλησία ως μεγάλο ιδιοκτήτη; Γιατί οι πολιτικοί τής τότε αντιπολίτευσης έσπευδαν να φωτογραφηθούν υπογράφοντας για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες; Το πρόβλημα είναι της Πολιτείας, της πολιτικής, των πολιτικών και των πολιτών και όχι της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος. Ας αναλάβουμε τις ευθύνες μας.
Με τη με αριθμό 44 διακήρυξή της «Προς τον λαό» η Εκκλησία μας είπε πολλά για την κρίση, τους δανειστές και τα λάθη μας. Κάποια από αυτά μάς θύμισαν τον λόγο πολιτικών κομμάτων ή και ομάδων που επιχειρούν κερδοσκοπώντας να δημιουργήσουν ή και να αυξήσουν την πολιτική πελατεία τους στη βάση της βαθιάς κρίσης που περνάει η χώρα. Αυτό που η Εκκλησία δεν μας είπε στη με αριθμό 44 διακήρυξή της προς τον ελληνικό λαό είναι η δική της συμβολή σ΄ αυτή την κρίση. Η Εκκλησία αποσιώπησε τη φοροασυλία της, τη δική της συμβολή στην αύξηση του δημόσιου χρέους, τη σκληρή της διαπραγμάτευση για να διατηρήσει τα οικονομικά της προνόμια, τη δική της διαπλοκή. Δεν μας απάντησε επίσης γιατί δεν συμμετέχει κι εκείνη, όπως όλοι, στη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών της χώρας. Πού είναι, αλήθεια, το κρασί και το λάδι της;