Γράφει ο Τάκης Θεοδωρόπουλος
Γιατί να χρησιμοποιείται ο Αριστοφάνης ως πρόσχημα, σε όποιον θέλει να σαρκάσει τα σημερινά κακώς κείμενα; Μια καινούργια άποψη προστίθεται στην πολεμική που ξέσπασε με αφορμή τους «Αχαρνής», με πρωταγωνιστή τον Σταμάτη Κραουνάκη σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη και μετάφραση Κ.Χ. Μύρη.Ειλικρινά δεν ξέρω ποια θέματα θα διάλεγε ο Αριστοφάνης για τις κωμωδίες του αν ζούσε σήμερα. Δεν ξέρω αν θα έγραφε για το Βατοπέδι, τη Siemens, τη διαπλοκή ή το ΔΝΤ. Δεν ξέρω, και δεν μπορώ να ξέρω, για τον απλούστατο λόγο ότι ο Αριστοφάνης δεν ζει σήμερα.
Ακόμη περισσότερο δεν είμαι σε θέση να ξέρω με ποιον τρόπο θα τα χειριζόταν αυτά τα θέματαακόμη κι αν δεχθούμε τις δύο υποθέσεις που προηγούνται, ότι δηλαδή θα ζούσε σήμερα και θα τα διάλεγε. Οσες ιστορικές αναλογίες κι αν είναι έτοιμος κάποιος να αποδεχθεί, «θεατρικοποιητική αδεία», δύσκολα μπορεί να παραγνωρίσει ορισμένες δυσαναλογίες μεγεθών- ανάμεσα στη δική του εποχή και τη δική μαςοι οποίες βγάζουν μάτι.
Οταν ο Αριστοφάνης σαρκάζει τον Δήμο της Αθήνας, για παράδειγμα, δεν αναφέρεται στον οργανισμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ο οποίος, μεταξύ άλλων, δεν είναι σε θέση να φροντίσει για την αποκομιδή των απορριμμάτων και δεν δίνει δεκάρα για τα σπασμένα πεζοδρόμια και τις λακκούβες στους δρόμους. Αναφέρεται στο κυρίαρχο σώμα μιας δημοκρατίας η οποία, με τη σειρά της, έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στα του κόσμου της.
Εκείνο το «έδοξε τη βουλή και τω δήμω» που συνόδευε κάθε απόφαση της πλειοψηφίας είχε τη δύναμη να κηρύξει τον μεγαλύτερο πόλεμο που γνώρισε ο ελληνικός κόσμος, τον Πελοποννησιακό, να αποφασίσει να στείλει τις τριήρεις του στη Μήλο για να κατασφάξουν τους ντόπιους ή να ρίξει την Αθήνα στην περιπέτεια της Σικελικής Εκστρατείας, κοινώς στην καταστροφή.
Θέλω να πω πως ο πατέρας της κωμωδίας καταπιανόταν με τα κεντρικά πολιτικά ζητήματα ενός κόσμου- της πόλης του- που κι αυτή, με τη σειρά της, βρισκόταν στο επίκεντρο του κόσμου της. Η «αναλογική» ανάγνωσή του και ερμηνεία του το πρώτο που επιτυγχάνει είναι να μικρύνει την εμβέλεια της σκέψης του μεταφέροντάς την στον μικρόκοσμο της σημερινής ελληνικής ζωής που βράζει στο ζουμί μιας κρίσης η οποία, εκτός των άλλων, οφείλεται και στο γεγονός ότι ποτέ δεν αποδέχθηκε πως ζει σε έναν κόσμο που ξεπερνάει και τις επιθυμίες της και τις δυνάμεις της.
Αν τα κείμενα του Αριστοφάνη επέζησαν για δυόμισι χιλιάδες χρόνια, αυτό δεν το οφείλουν ούτε στο γέλιο που προκαλούν ούτε στην καταγγελτική τους ισχύ. Το γέλιο είναι άρρηκτα δεμένο με το περιβάλλον και τα συμφραζόμενα της εποχής του, με αποτέλεσμα τα στοιχεία που το προκαλούν να μην είναι αναγνωρίσιμα σε άλλο περιβάλλον και σε άλλη εποχή.
Κάθε εποχή γελάει με τον δικό της τρόπο. Οσο για την καταγγελία των δημαγωγών και λοιπών πολιτικών ή οικονομικών απατεώνων, αυτή δεν χρειάζεται καν τον Αριστοφάνη. "Της φτάνουν τα μπλογκς και οι διαχειριστές τους που έχουν το θάρρος να κρύβονται πίσω από την ανωνυμία τους."
Παρ΄ όλα αυτά ο Αριστοφάνης επέζησε. Και επέζησε γιατί, εκτός των άλλων, αυτός πρώτος έδωσε στην κωμωδία δραματική υπόσταση - μια κωμωδία η οποία ώσπου να την αναλάβει αυτός ήταν μια συρραφή από χορούς, τραγούδια και γκαγκς. Δίνοντας δε στην κωμωδία δραματική υπόσταση ανέδειξε ορισμένα εγγενή προβλήματα της δημοκρατίας και της κοινωνικής συνύπαρξης τα οποία ξεπερνούν τα όρια και της εποχής του και των προσώπων που σαρκάζει ή διασύρει. Εκτός αυτού έπλασε και έναν τρόπο έκφρασης ο οποίος στηρίζεται στην αμεσότητα, στη σκληρότητα και την ωμότητα των υλικών του. Οργάνωσε μια ποιητική η οποία ακόμη και σήμερα αντέχει.
Γι΄ αυτό και ο κωμικός τρόπος του Αριστοφάνη, ακόμη κι αν είναι άδικος- όπως στην περίπτωση του Σωκράτη- διεκδικεί μια ηθική που δεν την έχει ο ανεκδοτολόγος της τηλεόρασης. Σε αντίθεση με αυτόν ο Αριστοφάνης δεν κολάκευε το κοινό του- και δεν χρησιμοποίησε ποτέ ως ασπίδα τα μάλλον ασθενή δημοκρατικά του αισθήματα.
πηγή:Ρεσάλτο