Γράφει ο Σάββας Ηλιάδης, δάσκαλος- Κιλκίς
Βασισμένο στο «Τρελό νερό» του Φώτη Κόντογλου (Ευλογημένο
Καταφύγιο)
Μια
φορά, λέγει ο μύθος, σε μια χώρα, ζούσανε άνθρωποι έξυπνοι, δημιουργικοί, καλόκαρδοι
και φιλότιμοι, αλλά ήτανε και πολύ ευκολόπιστοι στις υποσχέσεις των βασιλιάδων
τους, γιατί τους έλεγαν «έξυπνα» ψέματα και τους έκλεβαν την εμπιστοσύνη. Μια μέρα, ξαφνικά και από το πρωί, κυκλοφόρησε
μια είδηση από κάποιους, που ήτανε αστρολόγοι και μαζί με την αστρολογία τους, παρακολουθούσαν
προσεκτικά τις κινήσεις των ανθρώπων του παλατιού και του βασιλιά. Είπαν, πως
είδαν κάποια σημάδια στον ουρανό, πως θα βρέξει στον κόσμο ένα τρελό νερό και
πως όποιος το πίνει αυτό το νερό, θα τρελαίνεται και θα χάσει τα λογικά του και
δεν θα νιώθει πια τίποτα` μήτε τι είναι σωστό και τι ψεύτικο, μήτε τι είναι
καλό και τι είναι κακό, μήτε τι είναι νόστιμο και τι είναι άνοστο, μήτε τι
είναι δίκαιο και τι είναι άδικο.
Σαν
βεβαιώθηκαν γι` αυτά, προειδοποίησαν το λαό, δίνοντάς του συνεχώς οδηγίες, ώστε
να πάρει τα μέτρα του, να μην πιει από το νερό και να είναι έτοιμος για
οποιοδήποτε έκτακτο και παράξενο γεγονός. Τον ενημέρωναν, πως το νερό αυτό θα
το έπιναν ο βασιλιάς και οι αυλικοί του και θα έχαναν τα λογικά τους και θα
κυβερνούσαν τη χώρα και δεν θα κρίνουν πια με σοβαρότητα και δικαιοσύνη. Του
συνιστούσαν δε, να μαζέψει πολύ από το κανονικό νερό, για να προλάβει, πριν
είναι αργά. Πράγματι, ο λαός μάζεψε στις στέρνες όσο νερό μπορούσε, για να έχει
να πίνει και να μην τρελαθεί. Έλπιζε ακόμη
πως, αν γινόταν κάτι παράξενο και παράλογο,
θα είχε στήριγμα και οδηγό τις καλές εμπειρίες και αναμνήσεις από κάποιους
παλιούς βασιλιάδες και θα τους είχε σαν παράδειγμα, σαν οδηγό, για να μπορεί να
κρίνει το σωστό, να συμβουλεύει τον βασιλιά, αλλά και να παρηγοριέται.
Σε
λίγον καιρό έβρεξε στ΄ αλήθεια και το νερό ήτανε νερό τρελό και το ήπιανε όλοι
οι αυλικοί και ο βασιλιάς και τρελαθήκανε όλοι και δεν γνωρίζανε οι καημένοι τι τους γίνεται.
Κι είχανε το ψεύτικο για αληθινό, το κακό για καλό, το άδικο για δίκιο. Βγάζανε
νόμους παράξενους και ντροπιαστικούς. Έκαναν το άσπρο μαύρο και το στραβό το
έλεγαν ίσιο. Πέσανε, με λίγα λόγια, σε μεγάλο παραλογισμό.
Μα
ο λαός πίνανε από το καλό νερό, που είχανε φυλαγμένο και δεν τρελαθήκανε και
κρίνανε τον βασιλιά και τους άλλους και προσπαθούσαν να τους συνεφέρουν. Έβλεπαν
τα στραβά κι ανάποδα και δεν ήταν ευχαριστημένοι από την κρίση του βασιλιά και
των αυλικών του και φωνάζανε πως τους αδικούνε και κοντεύανε να σηκώσουν
επανάσταση.
Μετά
καιρό, σαν είδανε κι αποείδανε ο λαός και οι σοφοί, χάσανε το κουράγιο τους και
τότες βγάζουνε την απόφαση:
«Τούτοι
οι φουκαράδες αληθινά χάσανε τα φρένα τους και τα βλέπουνε όλα ανάποδα κι όπως
πάμε, μ` αυτήν την τρέλα που τους έπιασε, θα μας ξεπουλήσουνε τελείως, και εμάς
και τα παιδιά μας και την πατρίδα μας και όλα τα καλά και τα άγια, που μας
άφησαν οι πατεράδες μας. Δεν λένε να συνέλθουν. Το λοιπόν, αδέλφια, άιντε να πάρουμε
αυτό το καλό νερό από τις στέρνες και να το χύσουμε πάνω στα κεφάλια τους,
μήπως και πάψουν να πίνουν από το τρελό νερό και θεραπευθούν. Κι αν θυμώσουν και αγριέψουν εναντίον μας,
τόσο το καλύτερο. Θα τους πετάξουμε όλους μακριά, έξω από τη χώρα, να πάνε να
ζήσουνε μαζί μ` αυτούς, που κάνουν τα πονηρά διαβούλια. Αυτούς, τους δυνατούς του κόσμου, που τους
έχουν κρυφούς φίλους και τους συμβουλεύονται και τους ακούνε και σαν υπάκουα
σκυλάκια κάνουν το θέλημά τους. Έτσι θέλουν να μας βάλουν κάτω από την αφεντιά
τους, να μας κάνουν δούλους τους και να μας εξαφανίσουν».
Με αυτήν τη λύση ή με κάτι παρόμοιο δυνατό και
φοβερό, φαίνεται πως θα ησυχάσει ο τόπος και ο κόσμος θα απομείνει ευχαριστημένος και θα έχει κάποια ελπίδα, πως
θα τους έρθει άλλος βασιλιάς, που θα τον παραδεχτούν και θα τον πολυχρονίζουν
μέσα από την καρδιά τους.
Θαρρώ,
λέει, πως κάτι παρόμοιο γίνεται και σήμερα στον τόπο μας. Εμείς θα περιμένουμε,
να έρθει η ώρα, για να ρίξουμε στα κεφάλια του βασιλιά και των αυλικών του το
λίγο νερό, που είναι ακόμα φυλαγμένο μέσα στη στέρνα της καρδιάς μας από την
παράδοση και την ιστορία μας. Για να πιούνε μαζί μ` εμάς απ΄ αυτό το καλό νερό
και θα καλούμε να πιούνε κι οι άλλοι Έλληνες, όσους τους ξεραίνει ο λίβας της δειλίας
και της ξενομανίας. Να πιούνε και να δροσιστούνε από το νερό που βγαίνει από
την πέτρα, από το καλό και τ΄ αθάνατο νερό μας, από το “ύδωρ το ζων”. Εδώ
τελειώνει ο μύθος.
Είναι πλέον καλά περασμένο εδώ και
καιρό στο μυαλό του κάθε Έλληνα πολίτη, πως ζούμε ιστορικά, μια πολιτική,
κοινωνική, ηθική, αλλά και γενικότερα οντολογική και υπαρξιακή κατάσταση
τρέλας. Η λέξη σύγχυση, αγιογραφικώς Βαβέλ, είναι που εκφράζει με τον καλύτερο
τρόπο αυτήν την κατάσταση.
Σε σχέση με τον μύθο, σήμερα η τρέλα
δεν έχει αφετηρία το λαό, αλλά δυστυχέστατα, τους άρχοντες. Οι άρχοντες, όλοι
τους, παλάβωσαν, τρελάθηκαν και τρέχουν λυσσωδώς, για να πείσουν το λαό πως δεν
είναι στα καλά του. Χρησιμοποιούν κάθε μέσο, για να καταστείλουν τη φωνή του
λαού. Έχουν ευτελιστεί δε, χωρίς ίχνος αξιοπρέπειας, με λόγους και πράξεις, που
αποδεικνύουν την κατάσταση της απόνοιας και της αποτύφλωσής τους.
Μετά την ψήφιση των κατά σειρά
κατάπτυστων νόμων, που καταργούν και καταπατούν τα άγια πράγματα, τα οποία
κρατούν τον άνθρωπο στην αξιοπρέπεια της φύσης του, τώρα οδηγούνται στην
προδοσία της μητέρας πατρίδας. Και, ενώ τα αδέλφια τους, η σάρκα τους, τα
παιδιά τους, οι χωριανοί τους, οι συγγενείς τους, τους φωνάζουν πως πάνε σε
λάθος δρόμο, πως τρέχουν στην καταστροφή, αυτοί, επιμένουν πεισματικά, πως
κάνουν το σωστό και το συμφέρον. Ποιο είναι το «τρελό νερό» που ήπιαν και δεν
έχουν τη δύναμη να συνέλθουν; Είναι το νερό της προδοσίας, το οποίο έχουν πιει
μέσα στο διάβα της ιστορίας της πατρίδας μας πολλοί διδάχοι τους. Είναι η
απόφαση να παραδώσουν τα αδέλφια και τη μητέρα τους στα χέρια των βιαστών της
ιστορίας της.
Όχι!
Η καρδιά του απλού Έλληνα συνεχίζει να χτυπάει ρυθμικά.
Και κάθε χτύπος της είναι και ένας στίχος - αφιέρωμα στα ευλογημένα παρακατατεθέντα της φυλής μας!
Έτσι δεν έχει να φοβηθεί τίποτε.
Ο χρόνος θα μιλήσει. Η Αλήθεια θα νικήσει!
Η καρδιά του απλού Έλληνα συνεχίζει να χτυπάει ρυθμικά.
Και κάθε χτύπος της είναι και ένας στίχος - αφιέρωμα στα ευλογημένα παρακατατεθέντα της φυλής μας!
Έτσι δεν έχει να φοβηθεί τίποτε.
Ο χρόνος θα μιλήσει. Η Αλήθεια θα νικήσει!