
Ψαράδες στις Κυκλάδες έχουν αναφέρει περιπτώσεις όπου στα εντόσθια εµπορικών αλιεύσιµων ειδών, όπως ο ξιφίας και ο ροφός, έχουν βρει απορρίµµατα, κυρίως πλαστικά.
Ψαράς από την Κεφαλονιά ανέφερε ότι στα µέσα της δεκαετίας του 1990 είχε πιάσει ροφό, ο οποίος είχε καταπιεί δοχείο ορυκτελαίων. Την ίδια εποχή βρέθηκε στον Σαρωνικό από ανθρώπους του Συλλόγου Προστασίας Θαλάσσιας Χελώνας νεκρή µια πολύ σπάνια χελώνα, που είχε καταπιεί πλαστικές σακούλες συνολικής επιφάνειας 10 τ.µ. Ανθρωποι του ∆ικτύου Μεσόγειος SOS έχουν καταγράψει έναν γερανό να µαδάει πλαστική σακούλα από λιπάσµατα και να ταΐζει µε κοµµατάκια πλαστικού τα µικρά του. Στους 130.000 - 140.000 τόνους ετησίως εκτιµάται ότι ανέρχεται η αλιευτική παραγωγή στη χώρα µας τα τελευταία χρόνια. Γεγονός όµως είναι, όπως αναφέρει ο δρ Θανάσης Μαχιάς, βιολόγος - ιχθυολόγος, διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Θαλάσσιων και Βιολογικών Πόρων του ΕΛΚΕΘΕ, ότι σχετικά µε τη χώρα µας δεν υπάρχουν επιστηµονικά δεδοµένα που να καταδεικνύουν αν κάποιο είδος ψαριού κινδυνεύει από την υπεραλίευση. Ούτε επίσης µπορεί κανείς να υποστηρίξει αν η ετήσια αλιευτική παραγωγή µας σε απόλυτους αριθµούς είναι µεγάλη ή ικανοποιητική. Από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο κ. Θανάσης Μαχιάς, προκύπτει ότι τα εµπορεύσιµα είδη ψαριών στις ελληνικές θάλασσες υπερβαίνουν τα 110. Από αυτά εκείνα που αλιεύονται περισσότερο είναι ο γαύρος (26.000 - 27.000 τόνους ετησίως) και η σαρδέλα (15.000 - 16.000 τόνους ετησίως). Τα δύο αυτά είδη αποτελούν σχεδόν το 30% της αλιευτικής παραγωγής της χώρας. Ο µπακαλιάρος επίσης είναι ένα είδος που αλιεύεται σε αφθονία και η παραγωγή του ανέρχεται σε 5.000 - 6.000 τόνους ετησίως.








