Καλλυντικά από τη Σύμη στις ΗΠΑ
Ενας έλληνας ομογενής δημιουργεί μια εταιρεία που «συσκευάζει και πουλάει ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η Ελλάδα»
Γράφει η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΠΟΥΤΕΤΣΗ
Στο γνωστό πολυκατάστημα Βarney΄s της Νέας Υόρκης, η γωνιά που είναι αφιερωμένη σε εξεζητημένα πολυτελή καλλυντικά φιλοξενεί μια σειρά με το όνομα «Sponge» (σφουγγάρι), με λιτές συσκευασίες στις οποίες αναγράφονται με λατινικούς χαρακτήρες: «ladi avocado», «krema triantafillo», «krema mattia», «aromatotherapia levanta». «Είναι από την Ελλάδα», εξηγεί η ανυποψίαστη πωλήτρια και προσθέτει ότι τα προϊόντα είναι ιδιαίτερα δημοφιλή και τα αγαπημένα διάσημων αστέρων του Χόλιγουντ, λόγω της φυτικής τους προέλευσης και ποιότητας.
Δημιουργός τους ο κ. Μάρκος-Λάμπρος Δρακοτός, έλληνας ομογενής πρώτης γενιάς, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη. Ο ιδρυτής και πρόεδρος της εταιρείας καλλυντικών που φέρει το όνομα «Σφουγγάρι» διάλεξε αυτή τη λέξη γιατί του θύμιζε την καταγωγή του. Οι γονείς του μεγάλωσαν στην Αθήνα, ωστόσο η μητέρα του είναι από τους Σοφάδες Καρδίτσας και η οικογένεια του πατέρα του μετανάστευσε από τη Σαντορίνη στη Σύμη. Ο ίδιος λέει στο «Βήμα» ότι «όπως οι περισσότεροι Ελληνες, πέρασα όλα τα καλοκαίρια μου στην Ελλάδα». Δικηγόρος στο επάγγελμα, σπούδασε Νομικά για να δραστηριοποιηθεί στην οικογενειακή επιχείρηση που διαχειρίζεται 40 κτίρια στη Νέα Υόρκη. «Ο μόνος λόγος που έγινα δικηγόρος ήταν για να βοηθήσω στη διαχείριση του χαρτοφυλακίου μας» δηλώνει και εξηγεί ότι εμπλέκεται σε κάθε δραστηριότητα, από την ανακαίνιση ως την κατασκευή και τον σχεδιασμό.
Σήμερα η σειρά καλλυντικών περιλαμβάνει 15 προϊόντα που είναι στην αγορά και άλλα πέντε που είναι έτοιμα για παραγωγή. Ολα παρασκευάζονται στην Αθήνα. Η συγκομιδή όλων των συστατικών γίνεται σε όλη την Ελλάδα, σε «συνεργασία με τοπικούς έλληνες αγρότες» τονίζει. Εκείνοι ψάχνουν να βρουν την καλύτερη ποιότητα από κάθε συστατικό. «Οι αγρότες είναι αναπόσπαστο μέρος αυτής της εξίσωσης και πάντα μας προσφέρουν τα καλύτερα προϊόντα» υπογραμμίζει. Τα καλλυντικά πωλούνται σε πολλές χώρες, αλλά διανέμονται μόνο στις ΗΠΑ και στην Ισπανία. «Στοχεύω να μπω στην ελληνική αγορά αυτό το καλοκαίρι» λέει ο ιδρυτής της εταιρείας. «Η ανάπτυξή μας διατηρήθηκε συνειδητά σε αργούς ρυθμούς. Θέλω τον κόσμο να αντιληφθεί την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της φίρμας και των προϊόντων. Το να εκπαιδεύεις τον καταναλωτή είναι πολύ σημαντικό» τονίζει και προσθέτει ότι ο κόσμος αντιλαμβάνεται το σήμα σαν μια πολυτελή φίρμα καλλυντικών. Ο ίδιος προσδοκά μάλιστα τον διπλασιασμό των πωλήσεων και διανομής εφέτος σε σύγκριση με την περασμένη χρονιά.
Οι λιτές συσκευασίες έχουν ελληνικές ονομασίες, γραμμένες με λατινικούς χαρακτήρες. «Θέλησα να διατηρήσω μια καθαρή εικόνα που να θυμίζει την κυκλαδική αρχιτεκτονική», εξηγεί. Πηγή έμπνευσης για την εμφάνιση και αισθητική της μάρκας είναι η Σύμη,η Σαντορίνη και η Νέα Υόρκη. Ετσι αναζητεί «τα καλύτερα συστατικά, από τις καλύτερες περιοχές της Ελλάδας». «Συσκευάζω και πουλάω το καλύτερο που έχει η Ελλάδα να προσφέρει.Ετσι προσδοκώ να βελτιώσω την επίγνωση για την Ελλάδα,την κληρονομιά μας και τις δυνατότητές μας», δηλώνει και σημειώνει ότι επιθυμία του είναι να εξελίσσει την εικόνα της φίρμας του, για να λειτουργεί ως παράδειγμα της ικανότητας της χώρας «να παράγει πολυτελή προϊόντα, υψηλής ποιότητας».
Ο κ. Δρακοτός επισκέπτεται την Ελλάδα τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο. Από την άλλη είναι σε καθημερινή επικοινωνία με την ξαδέλφη του, με τηλεφωνήματα και e-mais οπότε «η φυσική μου παρουσία δεν είναι απαραίτητη». Με χαρά όμως ανυπομονεί να εντείνει τις επισκέψεις του στη χώρα, με το λανσάρισμα της φίρμας στην ελληνική αγορά. Από τις «υπέροχες» αναμνήσεις του στην Ελλάδα ξεχωρίζει «τη ζέστη όταν μας ανέβαζαν στην Ακρόπολη στα μέσα του Ιουλίου». Πλέον όταν έρχεται προσπαθεί να εξερευνήσει ένα νέο νησί κάθε φορά. Θα περάσει οπωσδήποτε όμως μερικές μέρες στο Πήλιο, στη Σύμη, στη Σαντορίνη, για να απολαύσει τη θέα και το κρασί και τη Μύκονο από «νοσταλγία».
Την ίδια ώρα εκφράζει τη λύπη του για τη δύσκολη συγκυρία που βιώνει η Ελλάδα. «Η χώρα είναι επιβαρυμένη με πάρα πολλά έξοδα και δυστυχώς, με χρόνια καταχρήσεων και διαφθοράς», σημειώνει. Ωστόσο χαρακτηρίζει επαχθή τη φορολογία στη χώρα, προτείνοντας να δημιουργηθεί μια γέφυρα μεταξύ κυβέρνησης και επιχειρήσεων για να διευκολυνθεί η ανάπτυξη. «Η Ελλάδα θα πρέπει να προωθήσει καλύτερα την ίδια και τα προϊόντα της, όπως κάνει η Ιταλία» υποστηρίζει και κάνει λόγο για εξαιρετικές ελληνικές εταιρείες. Την ίδια ώρα προσθέτει: «Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να σταματήσει τα λόγια και να προχωρήσει στις πράξεις. Εχω συναντήσει εκπροσώπους της κυβέρνησης στη Νέα Υόρκη οι οποίοι αναζητούσαν ιδέες για την ανάπτυξη επιχειρήσεων στην Ελλάδα, αλλά δεν έχω δει καμία από αυτές τις ιδέες να υλοποιούνται. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που αποτελείται από γενναίους και έξυπνους ανθρώπους. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα επιμείνει» καταλήγει.
Χ ρειάστηκαν 15 χρόνια για να εξελιχθεί η εταιρεία καλλυντικών που οραματίστηκε ο κ. Μάρκος-Λάμπρος Δρακοτός κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων στη Νομική, «φτιάχνοντας ένα προϊόν τη φορά, ελέγχοντας και αλλάζοντάς το ». Αφορμή ήταν ο θείος του δρ Κ.Τυμπανίδης, καταξιωμένος μαιευτήρας- γυναικολόγος που ζει στην Αθήνα. «Ξεκίνησε κάνοντας προϊόντα περιποίησης για το δέρμαμε στόχο να βοηθήσει την κυκλοφορία στα πόδια» για τις εγκύους ασθενείς του. Ετσι «αναζήτησε μια φυσική λύση που να μη βλάπτει το έμβρυο». Η πρώτη απόπειρα έγινε πριν από 40 χρόνια, όταν ο γιατρός άρχισε να εφαρμόζει μια σπιτική συνταγή που περιείχε μαστίχα για να ανακουφίσει την ένταση των μυών στις ασθενείς του. Στη συνέχεια όμως ανακάλυψε ότι η σύνθεση ήταν αποτελεσματική σε όλους και τότε η σύζυγός του αποφάσισε να αξιοποιήσει επιχειρηματικά την ιδέα, συσκευάζοντας την κρέμα. «Μαζί με τις δύο ξαδέλφες μου κολλούσαμε τις ετικέτες στα μπουκάλια. Ημαστε οκτώ, εννέα και 12 ετών» λέει ο κ. Δρακοτός. Σήμερα η μια είναι φαρμακοποιός και η άλλη δερματολόγος. «Ολες συμμετέχουν στην παρασκευή των καλλυντικών» σημειώνει και προσθέτει ότι «όταν είσαι παιδί, όλα μοιάζουν ακόμα πιο θαυμαστά». Θυμάται που βοηθούσε τον θείο του να φτιάχνει τις κρέμες στην ταράτσα του σπιτιού στο Χαλάνδρι. Αργότερα, στο πανεπιστήμιο, άρχισε να πουλά προϊόντα περιποίησης δέρματος, κάνοντας μια εταιρεία. Κάποια στιγμή όμως χρειάστηκε να αποφασίσει αν θα συνέχιζε στη Νομική ή θα έφτιαχνε τα προϊόντα. Από την άλλη υπήρχαν ελλείψεις στη διαδικασία συσκευασίας στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα «να πουλάω πάντα κακοτυπωμένα και ανορθόγραφα μπουκάλια και βαζάκια». Τότε το αμερικανικό πολυκατάστημα Βergdorf Goodman του ζήτησε να φιλοξενήσει τη φίρμα, με την προϋπόθεση να αλλάξει τη συσκευασία. «Είχα επενδύσει όλες τις οικονομίες μου στο χτίσιμο της φίρμας και μου φάνηκε πολύ δαπανηρό να αλλάξω τη συσκευασία όταν είχα ήδη απόθεμα προϊόντων», σημειώνει. Ετσι πούλησε ό,τι είχε απομείνει για να ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Νομική και να προσπαθήσει ξανά «σωστά από την αρχή».
πηγή:βήμα