Πάλι με σέρνει ο λογισμός κοντά σου Σαντορίνη,
και περπατώ προσκυνητής με της ψυχής τα μάθια,
κι έρχομαι πίσω νοσταλγός να νοιώσω τη γαλήνη
κοντά στα μαύρα σου βουνά, Του Ηφαιστου Παλάθια
Στα ρημοκλήσια σου περνώ κι ανάβω το καντήλι,
μ ένα κλωνάρι λυγαριάς στ αυτί μου κρεμασμένο
Ντε- λαξω ντε ν ανέβουμε και στ Αη Λια τσοι μύλοι
και της βεντέμας τον σκοπό να πω το λαγεμένο
Να φτάσω με τ απόβραδο στην Όμορφη Περίσσα,
την ώρα που θα ξεκινούν οι Μποργιανές οι Τράτες,
να πάνε να καλάρουνε - φύσα βοριά μου φύσα,
κι οι κοπελιές θε να γυρνούν, που κόβουνε ντομάτες.
Κι υστερις να δειπνήσουμε στο πέτρινο τραπέζι
μες στην αυλή της κάναβας να πιούμε να μεθύσω
μπρούσκο κρασί χρονίτικο κι ο Μανωλιός να παίζει
το ρεπατί στη λύρα του και τον καημό να σβήσω
και περπατώ προσκυνητής με της ψυχής τα μάθια,
κι έρχομαι πίσω νοσταλγός να νοιώσω τη γαλήνη
κοντά στα μαύρα σου βουνά, Του Ηφαιστου Παλάθια
Στα ρημοκλήσια σου περνώ κι ανάβω το καντήλι,
μ ένα κλωνάρι λυγαριάς στ αυτί μου κρεμασμένο
Ντε- λαξω ντε ν ανέβουμε και στ Αη Λια τσοι μύλοι
και της βεντέμας τον σκοπό να πω το λαγεμένο
Να φτάσω με τ απόβραδο στην Όμορφη Περίσσα,
την ώρα που θα ξεκινούν οι Μποργιανές οι Τράτες,
να πάνε να καλάρουνε - φύσα βοριά μου φύσα,
κι οι κοπελιές θε να γυρνούν, που κόβουνε ντομάτες.
Κι υστερις να δειπνήσουμε στο πέτρινο τραπέζι
μες στην αυλή της κάναβας να πιούμε να μεθύσω
μπρούσκο κρασί χρονίτικο κι ο Μανωλιός να παίζει
το ρεπατί στη λύρα του και τον καημό να σβήσω