1. Απάντηση στο Κουίζ, 9η από 17:
Ιησούς παρουσιάστηκε για πρώτη φορά…»
α. Κάπου μεταξύ του μνήματος και της Ιερουσαλήμ, β. Ακριβώς έξω από το μνήμα, γ. Στη Γαλιλαία, δ. Στο δρόμο για το χωριό Εμμαούς, που απείχε εξήντα στάδια από την Ιερουσαλήμ
[α. Ματθ. 28,8-9, β. Ιωάν. 20,11-14, γ. Στη Γαλιλαία Μαρκ. 16,6-7, δ. Λουκ. 24,13-15.].
Εάν κάποιος διάβασε στο Β΄ Μέρος του άρθρου την 8η τοποθέτησή μας, θα γνωρίζει ήδη την απάντηση
Επαναλαμβάνουμε λοιπόν ότι:
Η πρώτη εμφάνιση ήταν στην Μαγδαληνή έξω από το μνήμα (Μαρκ. 16,9. Ιω. 20,14), η δεύτερη εμφάνιση ήταν στις Μυροφόρες κατά την επιστροφή τους από τον Τάφο (Ματθ. 28,9-10), η τρίτη εμφάνιση ήταν στον Απόστολο Πέτρο (Λουκ. 24,34. Α΄ Κορ. 15,5) και η τέταρτη εμφάνιση ήταν στους δύο μαθητές εκτός του στενού κύκλου των δώδεκα, στο δρόμο για τους Εμμαούς (Λουκ. 24,13-35).
[βεβαίως από εκεί και πέρα αριθμούνται και άλλες: πέμπτη εμφάνιση στους δέκα μαθητές χωρίς τον Θωμά (Λουκ. 24,36-43. Ιω. 20,19-24), έκτη εμφάνιση στους έντεκα μαθητές μαζί με το Θωμά (Ιω. 20,26-29), έβδομη εμφάνιση στους επτά μαθητές στην Τιβεριάδα (Ιω. 21,1-23) κ.λπ.]
Ας εξετάσουμε τώρα το υποερώτημα «γ».
Όπως είδαμε στο Β΄ μέρος του άρθρου από την ανάλυση των κειμένων, ο άγγελος παραγγέλλει μεν στις μυροφόρες, «πείτε στους μαθητές … [ο Ιησούς] ‘’πηγαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία και σας περιμένει εκεί θα τον δείτε…’’» (Μαρκ. 16,7), όμως η μαρτυρία των μυροφόρων δεν έγινε πιστευτή· για παράδειγμα, ο Μάρκος μας λέει ότι οι μαθητές δεν πίστεψαν ούτε καν την Μαγδαληνή που τους είπε ότι είδε τον Ιησού (Μαρκ. 16,11), άρα ποιος ο λόγος να πιστέψουν τις μυροφόρες;
Επιπλέον, υπάρχει και η αντίστοιχη μαρτυρία του Λουκά (βλ. και 8η ερώτηση του κουίζ) : οι δύο μαθητές που πηγαίνουν στους Εμμαούς, δείχνουν μέσω της συνομιλίας τους με τον Ιησού (που δεν έχουν καταλάβει ακόμα ποιος είναι), ότι οι μαρτυρίες των γυναικών θεωρήθηκαν κενές περιεχομένου και γι’ αυτό δεν τις αναφέρουν καν. Απέκλειαν κάθε ενδεχόμενο ο Ιησούς να ζει, και αυτό φαίνεται καθαρά από τη φράση τους: «είναι η τρίτη μέρα σήμερα … και δεν έχει συμβεί τίποτα» (Λουκ. 24,21).
Άρα, οι μαθητές δεν έφυγαν για τη Γαλιλαία και παρέμειναν στα Ιεροσόλυμα μην ξέροντας τι να κάνουν (Ιω. 20,19) για τουλάχιστον οκτώ ημέρες ακόμα (Ιω. 20,26). Έπρεπε ο Ιησούς να φανερωθεί πρώτα στους μαθητές ώστε να αρχίσουν να πιστεύουν στην πραγματικότητα της Ανάστασής Του.
Έτσι κι έγινε. Ο Ιησούς εμφανίζεται πρώτα μπροστά στους μαθητές χωρίς να είναι παρόν ο Θωμάς (Λουκ. 24,36-43. Ιω. 20,19-24), κατόπιν ξαναείδαν τον Χριστό όλοι μαζί, όπου κάμπτεται η δυσπιστία του Θωμά (Ιω. 20,26-29) και μετά ξεκινούν το ταξίδι τους για τη Γαλιλαία όπου θα πραγματοποιηθεί η τρίτη εμφάνιση του Ιησού στον στενό κύκλο των μαθητών (Ιω. 21,14).
2. Απάντηση στο Κουίζ, 10η από 17:
«Οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού…»
α. Στη Γαλιλαία, β. Στην Ιερουσαλήμ
[α. Ματθ. 28, 7, Μάρκ. 16,7-10, β. Λουκ. 24, 33-36, Ιωάν. 20,19, Πράξεις 1,4.].
Τώρα ασφαλώς αναμασάμε τα ίδια και τα ίδια…
Όπως είπαμε στην προηγούμενη απάντηση, οι μαθητές πρωτοείδαν τον Ιησού στην Ιερουσαλήμ και κατόπιν, αφού πείστηκαν για την Ανάσταση, ταξίδεψαν για τη Γαλιλαία.
Ως προς την ερώτηση αυτή του «κουίζ» αξίζει να μείνουμε λίγο περισσότερο στο γνωστό «κόλπο» που επικαλούνται όσοι μιλούν για «αντιφάσεις», και αφορά μια ρήση του Ιησού που σημειώνει ο Λουκάς και στο Ευαγγέλιό του και στο βιβλίο των Πράξεων:
«Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του» (Λουκ. 24,49).
και
«Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υποσχέσεως για την οποία σας μίλησα» (Πραξ. 1,4).
Αυτά τα εδάφια, οι παραχαράκτες τα ετεροχρονίζουν ώστε να μας παραπλανήσουν και να πουν ότι αφού ο Ιησούς τους είπε να μείνουν στην Ιερουσαλήμ άρα δεν μπορεί να έφυγαν για τη Γαλιλαία ποτέ, ούτε μετά τις 8 ημέρες και την εμφάνιση στον Θωμά.
Όμως, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία για να καταλάβουμε ότι η ρήση αυτή του Ιησού είναι πολύ μεταγενέστερη από το ταξίδι στη Γαλιλαία!
Προφανώς, ξεχνάνε ότι και το Κατά Λουκάν αλλά και οι Πράξεις των Αποστόλων έχουν γραφτεί από τον Λουκά. Άρα, το μεγάλο εμπόδιο στην παραχάραξη που επιδιώκουν, είναι ότι φέρνουν αντιμέτωπο τον Λουκά με τον… εαυτό του, πράγμα εντελώς παράλογο.
Στις Πράξεις λοιπόν, ο Λουκάς μας λέει ότι η εντολή του Ιησού για μή απομάκρυνση από την Ιερουσαλήμ, δόθηκε μετά από 40 ημέρες παραμονής και παρουσίας Του στους μαθητές:
«3 Μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις· για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού.
4 Ενόσω ήταν μαζί τους κι έτρωγε, τους παρήγγειλλε: ‘’Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένετε από τον Πατέρα την εκπλήρωση της υποσχέσεως για την οποία σας μίλησα’’ (Πραξ. 1,3-4).
Άρα το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα», ειπώθηκε αφού πρώτα έγιναν οι εμφανίσεις που προείπαμε στην Ιερουσαλήμ και στη Γαλιλαία.
Και μπορεί ο Λουκάς στο Λουκ. 24,42-45 να μην αναφέρει τις 40 ημέρες, όμως για κακή τύχη των ψευδολόγων, αναφέρει το παράλληλο εδάφιο, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ …» (Λουκ. 24,49).
Από αυτό καταλαβαίνουμε ότι το διάστημα των 40 ημερών ο Λουκάς δεν έχει σκοπό να το αναφέρει, ίσως επειδή έχει την πρόθεση να το γράψει στις Πράξεις των Αποστόλων.
Όπως και να’ χει, τα τελευταία εδάφια του Λουκά επιβεβαιώνουν τους ειδικούς μελετητές που μας λένε ότι τα ευαγγέλια δεν είναι παρά στιγμιότυπα από τον βίο της πρώτης Εκκλησίας, και μάλιστα συνδεδεμένα μεταξύ τους χωρίς αυστηρή χρονολογική σύνδεση. Συχνά, το ένα στιγμιότυπο ακολουθεί το άλλο με πολύ χαλαρές χρονολογικές συνδέσεις, και βεβαίως δεν μπορούμε αυθαίρετα να εκλαμβάνουμε όλα τα στιγμιότυπα σαν να ήταν συνεχής αφήγηση.
Έτσι, σύμφωνα με τους μελετητές, η σκηνή της εμφάνισης του Ιησού στους 10 μαθητές τελειώνει στο Λουκ. 24,36-43. Στο εδάφιο 44 (ύστερα τους είπε…) αρχίζει η αποχαιρετιστήρια σκηνή που οδηγεί στην Ανάληψη, η οποία ο Λουκάς μας λέει ότι λαμβάνει χώρα 40 ημέρες μετά την Ανάσταση (Πραξ. 1,3).
Που τοποθετούνται λοιπόν οι 40 ημέρες στο Κατά Λουκάν; Προφανώς ανάμεσα στο 24,43 και 24,44 και αυτό μας το αποδεικνύει το, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ…» (Λουκ. 24,49) που είναι παράλληλο με το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα…» (Πραξ. 1,4), και μάλιστα παράλληλο από τον ίδιο ακριβώς συγγραφέα που γνωρίζει αναμφίβολα για το διάστημα των 40 ημερών.
3. Απάντηση στο Κουίζ, 11η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Αναγνωρίσθηκε από αυτούς που τον είδαν, β. Δεν ήταν αναγνωρίσιμος
[α. Ματθ., 28,9, Μάρκ. 16,9-10, Λουκ. 24,31, β. Μάρκ. 16,12, Λουκ. 24,15-16, 36-37, Ιωάν. 20,14-15.]
Νομίζουμε ότι έχουμε μπροστά μας άλλη μια εντελώς γελοία ερώτηση, η οποία παρέα με την επόμενη (αρ. 11) που διερωτάται αν ο Ιησούς ήταν… «φυσικός» ή όχι, παίρνουν επάξια το πρώτο βραβείο ανοησίας όλου του προχειροφτιαγμένου «κουίζ».
Και το λέμε αυτό, γιατί έχουμε μια υποψία…
Επειδή τα εδάφια που προτείνουν μοιάζουν εντελώς ατυχή και κακοεπιλεγμένα, σκεφτόμαστε μήπως στην ερώτηση 11, αυτό που θεωρούν ως «αντίφαση» είναι το γεγονός πως ο Ιησούς -κατά την άποψή τους- θα έπρεπε να είναι υποχρεωμένος(!), να εμφανίζεται ΠΑΝΤΑ, είτε ως αναγνωρίσιμος, είτε ως μη αναγνωρίσιμος!
Αν τυχόν θεωρούν ΑΥΤΟ ως «αντίφαση», εμείς ρωτάμε:
Μήπως θέλουν να μας τρελάνουν;!
Αν θέλουν να βασίζονται στα κείμενα των ευαγγελίων, ας μας πουν, από πού είναι δυνατόν να προκύψει μια τέτοια δέσμευση ή υποχρέωση για τον… δημιουργό του κόσμου (Ιω. 1,3);! Πως μπορεί να υποθέτουν ότι ο παντοδύναμος Χριστός θα έπρεπε να είναι «υποχρεωμένος» να εμφανίζεται ΠΑΝΤΑ σε μια συγκεκριμένη κατάσταση; Έχουν διαβάσει άραγε τι γράφουν τα ευαγγέλια επί του θέματος αυτού;
- «Εφανέρωσεν εαυτόν πάλιν ο Ιησούς» (Ιω. 21,1).
- «Άφαντος εγένετο απ’ αυτών» (Λουκ. 24,31).
- «Εφανερώθη εν ετέρα μορφή» (Μαρκ. 16,12), κ.λπ. κ.λπ.
Από τα εδάφια αυτά και άλλα πολλά ακόμη, προκύπτει σαφέστατα ότι το «πού», το «πότε» και το «πώς» των εμφανίσεων του Ιησού, ήταν στην απόλυτη εξουσία Του. Αυτή είναι ρητή δήλωση των ιερών κειμένων και άρα το να εμφανίζεται ο Ιησούς κατ’ επιλογήν, είτε ως αναγνωρίσιμος, είτε «εν ετέρα μορφή» δεν αποτελεί καμία «αντίφαση»!
Ασφαλώς όμως δεν θα μείνουμε εκεί, αλλά θα εξετάσουμε και τα εδάφια που προσκομίζουν.
Καταρχάς, και ένα παιδάκι του δημοτικού αν ρωτούσαμε, τι είναι αυτό που θα χαρακτήριζες «αντίφαση» σε δύο διηγήσεις περί εμφανίσεων του Ιησού, θα μας έλεγε:
Να μιλάνε δύο ευαγγελιστές για το ίδιο ακριβώς γεγονός, και να λέει ο ένας ευαγγελιστής ότι ο Ιησούς ήταν μή αναγνωρίσιμος και την ίδια στιγμή ο άλλος ευαγγελιστής να το αποκλείει ρητά και χωρίς να υπάρχει τρόπος να εξηγηθεί η διαφωνία αυτή.
Υπάρχει άλλος τρόπος για να ονομαστούν δύο διηγήσεις περί εμφανίσεων «αντιφατικές» και δεν το ξέρουμε;
Ε, δείτε λοιπόν ποια εδάφια επέλεξαν για να μιλήσουν περί «αντιφάσεων»:
α) Ματθ., 28,9: Ο Ιησούς εμφανίζεται στις μυροφόρες. Όμως… Αν εμφανίστηκε ως αναγνωρίσιμος ή όχι, με ποια παράλληλη διήγηση θα το συγκρίνουν για να μιλήσουν για «αντίφαση», αφού μόνο ο Ματθαίος αναφέρει την εμφάνιση αυτή;! Όντως, είναι ν’ απορεί κανείς…
Από εκεί και πέρα, το αν ήταν άμεσα αναγνωρίσιμος από τις μυροφόρες στο Ματθ., 28,9 ή αν έγινε κάτι άλλο, ο Ματθαίος το αποσιωπά (μπορεί π.χ. να τον αναγνώρισαν οι μυροφόρες μόλις είπε το «Χαίρετε!», όπως περίπου έγινε με την Μαγδαληνή). «Αντίφαση» όμως δεν μπορεί να ανιχνευτεί στην εμφάνιση αυτή, αφού δεν υπάρχει παράλληλη διήγηση ώστε να τις συγκρίνουν.
Πάμε παρακάτω.
β) Μαρκ. 16,9-10 & Ιω. 20,14-15: Πρόκειται για την εμφάνιση στη Μαγδαληνή. Στο Ιω. 20,18 γράφει: «η Μαρία η Μαγδαληνή … αναγγέλλει: ‘’Είδα τον Κύριο!’’». Στο Μαρκ. 16,9 γράφει: «ο Ιησούς … εμφανίστηκε … στη Μαρία τη Μαγδαληνή». Στο Ιω. 20,16 η Μαγδαληνή αναγνωρίζει τον Ιησού, και το ίδιο μας λέει και το Μαρκ. 16,9. Άρα, συμφωνούν απόλυτα. Πού ακριβώς βρίσκουν την «αντίφαση»; Μήπως μάς δίνει λεπτομέρειες ο Μάρκος για το πόση ώρα πέρασε πριν αναγνωρίσει η Μαγδαληνή τον Ιησού; Ασφαλώς όχι. Ο Μάρκος δίνει περιληπτικά το ίδιο γεγονός που ο Ιωάννης το αναφέρει με λεπτομέρειες. Άρα, πού «αντιφάσκει» ο Μάρκος με τον Ιωάννη;
Και προχωρούμε.
γ) Λουκ. 24,15-16 & Λουκ. 24,31 & Μαρκ. 16,12: Πρόκειται για την εμφάνιση στους δύο μαθητές που πηγαίνουν προς τους Εμμαούς. Στο Λουκ. 24,15-16 βλέπουμε ότι οι μαθητές στην αρχή δεν αναγνωρίζουν τον Ιησού, όπως συμβαίνει αντίστοιχα και με την Μαγδαληνή (Ιω. 20,14). Η διήγηση συμφωνεί και με το Μαρκ. 16,12 όπου ο Ιησούς αρχικά «εμφανίστηκε με διαφορετική μορφή» στους δύο μαθητές. Στο Λουκ. 24,31 τελικά αναγνωρίζουν τον Ιησού, (έτσι συνέβη και με την Μαγδαληνή στο Ιω. 20,16).
Επειδή πουθενά δεν υπάρχει αντίφαση στα εδάφια, μήπως θέλουν να μας πουν οι παραχαράκτες ότι στο Μαρκ. 16,12-13, οι δύο μαθητές δεν αναγνώρισαν τον Ιησού; Όμως, δεν είδαν άραγε ότι ο Μάρκος γράφει:
«[Η Μαγδαληνή] είπε στους μαθητές … ότι ο Ιησούς ζει και … δεν την πίστεψαν … [οι δύο μαθητές] πήγαν και τα διηγήθηκαν … αλλά ΟΥΤΕ ΚΙ ΑΥΤΟΥΣ τους πίστεψαν … Ο Ιησούς … τους επέπληξε γιατί … επέμεναν να μην πιστεύουν ΑΥΤΟΥΣ που Τον είδαν αναστημένο» (Μαρκ. 16,10-14).
1ον Η φράση «ΟΥΤΕ ΚΙ ΑΥΤΟΥΣ τους πίστεψαν» δείχνει ότι η Μαγδαληνή και οι μαθητές ανακοίνωσαν γεγονότα με το ΙΔΙΟ περιεχόμενο, δηλ. την εμφάνιση του Ιησού.
2ον Αν μόνο η Μαγδαληνή αναγνώρισε τον Ιησού, γιατί ο Μάρκος μιλάει στον πληθυντικό για «ΑΥΤΟΥΣ που Τον είδαν»;
Μα ας είμαστε σοβαροί επιτέλους!
Και πάμε στο τελευταίο εδάφιο.
δ) Λουκ. 24,36-37: Πρόκειται για την εμφάνιση στους μαθητές χωρίς τον Θωμά. Εδώ οι μαθητές αναγνωρίζουν τον Ιησού αλλά φοβούνται γιατί εμφανίστηκε ξαφνικά περνώντας μέσα από τους τοίχους και τις κλειστές πόρτες, οπότε τον θεωρούν «φάντασμα». Ο Ιησούς τους δείχνει τις πληγές του στα χέρια, τα πόδια και τα πλευρά του (Λουκ. 24,39-40. Ιω. 20,20) για να πειστούν ότι είναι ο ίδιος και είναι πραγματικός.
Αντίφαση όμως δεν μπορεί να προκύψει από εδώ.
4. Απάντηση στο Κουίζ, 12η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Ήταν «φυσικός», β. Δεν ήταν «φυσικός».
[α. Ματθ. 28,9, Λουκ. 24,41-43, Ιωάν. 20,27, β. Δεν ήταν «φυσικός» (Μάρκ. 16,9, 12, 14, Λουκ. 24,15-16, 31, 36-37, Α΄ Κορ. 15,8-9.]
Για την 12η ερώτηση ήδη είπαμε ότι είναι εντελώς ανούσια όπως και η προηγούμενη. Η θεματολογία τους είναι ίδια ακριβώς. Στηρίζονται στην παράλογη επιθυμία, να βάλουν σε συγκεκριμένα καλούπια τον Χριστό λες και συζητάμε για τον… γείτονά μας! Δεν βλέπουν για Ποιον μιλάμε;
«Πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν» (Ιωάν. 1,3)!
Εδώ συζητάμε για το ότι Αναστήθηκε, ότι Αναλήφθηκε, ότι εμφανιζόταν και εξαφανιζόταν, ότι θα καθίσει στα Δεξιά του Πατρός… Τι πάει να πει λοιπόν «ήταν φυσικός», «δεν ήταν φυσικός»; Τι αστείες εκφράσεις είναι αυτές;
Είδαμε και πριν πόσο αφελείς είναι τέτοιες ερωτήσεις:
«Εφανέρωσεν εαυτόν πάλιν ο Ιησούς» (Ιω. 21,1).
«Άφαντος εγένετο απ’ αυτών» (Λουκ. 24,31).
«Εφανερώθη εν ετέρα μορφή» (Μαρκ. 16,12).
«Ενώ μιλούσαν … στάθηκε ανάμεσά τους» (Λουκ. 24,36-37).
«Με κλειστές τις πόρτες … ήρθε ο Ιησούς» (Ιω. 20,19).
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο Ιησούς υπάρχει σε μια εντελώς διαφορετική σωματική κατάσταση από πριν. Σαφώς είναι πραγματικός, όμως δεν υπόκειται στους περιορισμούς της ύλης και διατηρεί υπό τον έλεγχό Του όλες τις ιδιότητες του αναστημένου σώματος.
Από εκεί και πέρα τι σημαίνει «ήταν φυσικός»; Όσο «φυσικός» είναι κάποιος που ελέγχει την ίδια του την ύλη, δεν τον εμποδίζουν κλειστές πόρτες και τοίχοι, εμφανίζεται και εξαφανίζεται κατά βούληση χωρίς να τον περιορίζουν καταστάσεις, διαστάσεις και αποστάσεις…
Με βεβαιότητα λοιπόν, μπορούμε να προσθέσουμε και τα εξής, τα οποία βεβαίως είπαν πριν από εμάς οι Πατέρες της Εκκλησίας:
«Άξιον δε διαπορήσαι πως σώμα άφθαρτον τύπους εδείκνυτο των ήλων, και απτόν ην θνητή χειρί. Αλλά μη θορυβηθής· συγκαταβάσεως γαρ ην το γινόμενον. Το γαρ ούτω λεπτόν και κούφον, ως κεκλεισμένων εισελθείν των θυρών, παχύτητος πάσης απήλλακτο· αλλ’ ώστε πιστευθήναι την ανάστασιν, τούτο δείκνυται, και ώστε μαθείν, ότι αυτός ην ο σταυρωθείς, και ουκ άλλος αντ΄ αυτού ανέστη. Δια τούτο ανέστη έχων τα σημεία του σταυρού, και τρώγει δια τούτο»[1].
Εφόσον λοιπόν το σώμα Του ήταν άφθαρτο, ο Ιησούς διατηρούσε θαυματουργικά τα αποτυπώματα των πληγών στο σώμα Του, για χάρη των μαθητών του.
Οι άνθρωποι μπορούσαν να τον αγγίξουν επειδή το ήθελε ο Ίδιος.
Επίσης, τρώει μαζί τους μόνο για χάρη των μαθητών του, και μια απόδειξη γι’ αυτό είναι η ρήση του Λουκά:
«Του έδωσαν … ψητό ψάρι και … κηρύθρα με μέλι … τα έφαγε μπροστά τους» (Λουκ. 24,42-43).
Τα έφαγε δηλαδή για να τον δουν, να πιστέψουν ότι είναι αυτός ο ίδιος και είναι πραγματικός. Οι ιδιότητες του σώματος του Χριστού σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπουν να πούμε ότι θα μπορούσε ο Αναστημένος Ιησούς να υπόκειται σε οποιοδήποτε περιορισμό του φθαρτού μας σώματος (πείνα, κούραση, πόνο κ.λπ.).
Κατά τη γνώμη μας, το ερώτημα «ήταν φυσικός» ή «δεν ήταν φυσικός», όταν διαβάζουμε όλ’ αυτά για τον Αναστημένο Ιησού, μετατρέπεται σε μνημείο αφέλειας…
5. Απάντηση στο Κουίζ, 13η από 17:
«Οι μαθητές είδαν τον αναστημένο Ιησού…»
α. Μια φορά μόνο, β. Τρεις φορές, γ. Πολλές φορές.
[α. Ματθ. 28,16-17, β. Ιωάν. 20,19,26, 21,1,14, γ. Πράξεις 1,3.]
Ασφαλώς, οι εμφανίσεις του Ιησού στους μαθητές ήταν πολλές, όπως μας λέει ο Λουκάς στο Πραξ. 1,3 και την ίδια στιγμή ούτε ο Ματθαίος, ούτε ο Ιωάννης το αποκλείουν. Ο Ιωάννης μάλιστα, όχι μόνο δεν το αποκλείει, αλλά γράφει:
«Υπάρχουν κι άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, που, αν γραφτούν … ούτε ο κόσμος ολόκληρος δε θα χωρούσε … τα βιβλία» (Ιω. 21,25).
Η διαπίστωση των ερευνητών όπως έχουμε ξαναπεί, είναι ότι οι ευαγγελιστές επιλέγουν όσα στιγμιότυπα από τον ιστορικό βίο της πρώτης Εκκλησίας θεωρούν ότι υπηρετούν το σκοπό του ευαγγελίου τους. Για να γίνει όμως λόγος για «αντίφαση», γνωρίζουν καλά οι παραχαράκτες ότι θα πρέπει η διήγηση ενός ευαγγελιστή να αποκλείει ρητά και αναμφισβήτητα την μαρτυρία ενός άλλου ευαγγελιστή.
Αυτό δεν συμβαίνει εδώ σε καμία περίπτωση.
6. Απάντηση στο Κουίζ, 14η από 17:
«Όταν ο Ιησούς παρουσιάστηκε στους μαθητές του ήταν…»
α. Ένδεκα μαθητές παρόντες, β. Δώδεκα μαθητές παρόντες.
[α. Ματθ. 28,16-17, Λουκ. 24,33-36, β. Α΄ Κορ. 15,5.]
Άντε πάλι…
Την ερώτηση αυτή την απαντήσαμε ήδη, στα πλαίσια της 8ης ερώτησης, στο Β΄ μέρος του «κουίζ».
Είχαμε γράψει ότι ο Παύλος, από τις διάφορες εμφανίσεις του Ιησού που γνωρίζει, επιλέγει συνειδητά να αναφέρει στο Α΄ Κορ. 15,5 αυτές στον Πέτρο και στον βασικό κύκλο των μαθητών, καθώς στην επιστολή του σκοπεύει να δώσει την επίσημη μαρτυρία της πρώτης Εκκλησίας για την Ανάσταση, με αναφορά στα ηγετικά της πρόσωπα[2]. Ενδεικτικό της σκέψης αυτής είναι το γεγονός ότι αναφέρεται στους «Δώδεκα» το οποίο «αποτελεί επίσημον όνομα δηλούν τον κύκλον των αποστόλων, διότι άλλως κατά την πρώτην εμφάνισιν εις τους αποστόλους μόνον δέκα ήσαν παρόντες»[3] (πλην του Ιούδα και του Θωμά).
Άρα, η αναφορά στους «Δώδεκα» δεν είναι καταμέτρηση αλλά τίτλος.
Εκτός από τον Παύλο, τα ευαγγέλια μας προσφέρουν άλλη μια απόδειξη ότι το «Δώδεκα» δεν έχει έννοια στατιστική, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επίσημο όνομα για τον στενό κύκλο των μαθητών ακόμα και όταν είναι έντεκα. Ο Ιωάννης, ακόμα και μετά τον θάνατο του Ιούδα χρησιμοποιεί τον όρο «Δώδεκα»:
«Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα μαθητές … δεν ήταν μαζί τους» (Ιω. 20,24).
Πέφτει λοιπόν στο κενό και η ερώτηση αυτή.
7. Απάντηση στο Κουίζ, 15η από 17:
«Ο αναστηθείς Ιησούς…»
α. Επιθυμούσε να τον αγγίξουν, β. Δεν επιθυμούσε να τον αγγίξουν, γ. Δεν έδινε σημασία στο άν θα τον άγγιζαν ή όχι.
[α. Ιωάν. 20,27, β. Ιωάν. 20,17, γ. Ματθ. 28,10.]
Πολύ γελάσαμε με τις παραπάνω διατυπώσεις… Ας ξεκινήσουμε από τα πιο ανούσια:
Η περίπτωση του Θωμά στο Ιω. 20,27 δεν έχει σχέση με κάποια «επιθυμία» του Ιησού! Ο Ιησούς απλά έδειξε την αγάπη του προς τον μαθητή και του έδωσε την ευκαιρία να τον αγγίξει για να πιστέψει. Το κείμενο ίσως υπονοεί ότι τελικά ο Θωμάς δεν Τον άγγιξε καθώς λέει ο Ιησούς: ‘’Πείστηκες επειδή με είδες με τα μάτια σου’’.
Επίσης, η προσκύνηση των μυροφόρων στο Ματθ. 28,10 ούτε αυτή είναι θέμα κάποιας «επιθυμίας» του Ιησού! Όπως βλέπουμε και σε άλλα εδάφια, όπως το Ματθ. 8,2 ή στο Ματθ. 14,33, η προσκύνηση είναι έκφραση σεβασμού και αναγνώρισης της αγιότητάς Του, όχι μόνο από τους μαθητές προς τον δάσκαλό τους, αλλά και από πρόσωπα που δεν τον γνώριζαν, ζούσαν όμως την ακτινοβολία της προσωπικότητας του Ιησού.
Ας δούμε τώρα την περίπτωση του περίφημου «μη μου άπτου» (Ιω. 20,17) για το οποίο έχουν γραφτεί πολλά, κυρίως βέβαια για την αιτιολογία της απαγόρευσης: «λέγει αυτή Ιησούς· μή μου άπτου, ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον πατέρα».
[Σημείωση: Ο θεολόγος Νικόλαος Σωτηρόπουλος, γράφει: «Η μεγάλη δυσκολία δια την ερμηνείαν του χωρίου παραμερίζεται αμέσως, αν τον σύνδεσμον ‘’γαρ’’ μεταφράσωμεν ‘’βεβαίως’’, διότι ο σύνδεσμος έχει και βεβαιωτικήν σημασίαν (Ιδέ Δ. Δημητράκου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης). Ούτω το χωρίον αποδίδεται ως εξής: ‘’Μη με εγγίζης, δεν έχω βεβαίως αναβή ακόμη εις τον πατέρα μου, ύπαγε όμως προς τους αδελφούς μου και ειπέ εις αυτούς, αναβαίνω προς τον πατέρα μου’’ κλπ.».
Πράγματι, με την ερμηνεία αυτή το νόημα γίνεται ομαλότερο και μάλιστα, αν το «γαρ» αποδοθεί ως βεβαιωτικό, τότε μπορεί και να παραληφθεί: «Μη μ’ αγγίζεις της λέει ο Ιησούς […] δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου· πήγαινε όμως στους αδερφούς μου και πες τους: “ανεβαίνω…». Έχει μάλιστα σημασία το γεγονός ότι, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερμηνεύει το εδάφιο (βλ. PG 59,469) χωρίς να ασχολείται με την κατά γράμμα ερμηνεία του «γαρ»[4].]
Καταρχάς, ας κλείσουμε το ζήτημα της 15ης ερώτησης του «κουίζ»: Οι μαρτυρίες είναι πολλές για να δικαιούται το αφελές κουίζ να γράφει ότι ο Ιησούς δεν ήθελε να τον αγγίζουν:
Ο Ιησούς καλεί ο ίδιος τον Θωμά να βάλει το δάκτυλο του στον τύπο των ήλων (Ιω. 20,27) και βεβαίως, οι διηγήσεις της Καινής Διαθήκης υπογραμμίζουν σαφώς την υλική και σωματική διάσταση του Χριστού. Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη ο αναστάς Κύριος μοιράζει στους μαθητές με τα χέρια Του άρτο και ψάρια, στο κατά Ματθαίον οι μυροφόρες «εκράτησαν αυτού τους πόδας» (Ματθ. 28,9), στο κατά Λουκάν ο Ιησούς πιάνει το ψωμί, το ευλογεί, το κόβει και το μοιράζει στους δύο μαθητές καθ’ οδόν προς τους Εμμαούς (Λουκ. 24,30), σε άλλη σκηνή τρώει ένα κομμάτι από ψητό ψάρι (Λουκ. 24,43) και βεβαίως, η έκφραση «συναλιζόμενος», που αναφέρεται συνολικά στην τεσσαρακονθήμερη επικοινωνία του Χριστού με τους μαθητές του (Πραξ. 1,4) δηλώνει σαφώς ότι ο Ιησούς μετά την ανάσταση και μέχρι την ανάληψη συνέτρωγε με τους μαθητές και γενικά είχε πολύ στενή και συχνή επαφή μαζί τους.
Άρα, δεν μπορεί να μπει καν θέμα ότι ο Ιησούς δεν επιθυμούσε να τον αγγίξουν.
Ας δούμε λοιπόν τα κυριότερα σημεία που θα μας βοηθήσουν να εξηγήσουμε την φράση «μη μου άπτου»[5]:
α) Όπως επισημαίνεται από τους ερμηνευτές, η απόσταση που δημιουργεί ο Ιησούς από την Μαγδαληνή με τη φράση αυτή, θυμίζει ανάλογα περιστατικά της επίγειας ζωής Του, κατά τα οποία δημιούργησε με λόγους ή ενέργειές του απόσταση από αγαπητά του πρόσωπα. Για παράδειγμα, με την χαρακτηριστική φράση που απευθύνει στην Παναγία, «τι εμοί και σοι γύναι;» (Ιω. 2,4) θέλει να γίνει κατανοητό πως ο Θεός δεν μπορεί να καθοδηγηθεί από ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες, αλλά έχει τον πλήρη έλεγχο των καταστάσεων και ενεργεί όταν και όπως ο ίδιος θέλει.
β) Ποιος όμως είναι ο λόγος που θέλει να κρατήσει απόσταση από την Μαγδαληνή, μια απόσταση που δεν θέλησε να κρατήσει π.χ. από τον Θωμά;
Η εξήγηση βρίσκεται στο γεγονός ότι η Μαγδαληνή δεν είχε συνειδητοποιήσει περί τίνος επρόκειτο. Αντί να χαίρεται με την απουσία του σώματος του Κυρίου ενθυμούμενη τα λόγια Του, εκείνη δεν κατανοεί τη σημασία των γεγονότων και κλαίει διαρκώς έξω από τον Τάφο στενοχωρημένη. Όταν ο Ιησούς εμφανίζεται και τον νομίζει για κηπουρό, ακόμα πιστεύει ότι κάποιος έχει πάρει το σώμα του Ιησού και θέλει να μάθει που το έχουν βάλει. Έτσι, ακολουθεί η σκηνή του Ιω. 20,16-17 που είναι χαρακτηριστική: ο Ιησούς της λέει, «Μαρία!» εκείνη γυρίζει ξαφνιασμένη, τον αναγνωρίζει, τον φωνάζει «Διδάσκαλε» και προφανώς είναι έτοιμη να εκφραστεί με την οικειότητα που είχαν συνηθίσει οι μαθητές όλον αυτόν τον καιρό που Τον ακολουθούσαν.
Όμως, ο καιρός αυτός έχει παρέλθει οριστικά. Ο Ιησούς δεν είναι πλέον ο επίγειος διδάσκαλός τους. Ο Θωμάς αυτό το κατάλαβε, και στην προτροπή του Ιησού «μην αμφιβάλλεις και πίστεψε» ομολογεί την πίστη του με τα λόγια, «είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Το ίδιο και οι μυροφόρες, που αμέσως «έπεσαν στα πόδια του και τον προσκύνησαν» και μάλιστα με ιδιαίτερο δέος, καθώς ο Ιησούς τους λέει: «Μη φοβάστε!» (Ματθ. 28,9-10).
Η Μαγδαληνή όμως δεν έχει καταλάβει ακόμα. Γι’ αυτό σταματά τις εκδηλώσεις της ο Ιησούς λέγοντάς «μη μου άπτου» και συνεχίζει: «ανεβαίνω σ’ εκείνον που είναι δικός μου και δικός σας Πατέρας, δικός μου και δικός σας Θεός». Της θυμίζει έτσι, τα λόγια του Ιω. 16,5-13: «σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί, αν εγώ δεν φύγω, δε θα έρθει σ’ εσάς ο Παράκλητος … θα ελέγξει τους ανθρώπους ως προς την αμαρτία, ως προς τη δικαιοσύνη και ως προς την κρίση του Θεού … εγώ πηγαίνω δικαιωμένος στον Πατέρα, και δε θα με βλέπετε πια … θα έρθει εκείνος, το Πνεύμα της Αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια».
Άρα, με αυτά που έπραξε ο Ιησούς έφερε σε συναίσθηση την Μαγδαληνή. Δεν μοιάζει η ανάστασή Του με του Λαζάρου, δεν ζει πλέον την προηγούμενη ζωή της ταπεινώσεως, αλλά είναι ο ίδιος ο Κύριος και Θεός που ανυψώνεται δοξασμένος προς τον Πατέρα Του και Θεό όλων. Τώρα οφείλουν όλοι να Τον αναγνωρίζουν όχι απλώς ως τον αγαπημένο διδάσκαλο, αλλά ως τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού.
8. Απάντηση στο Κουίζ, 16η από 17:
«Ο Ιησούς αναλήφθηκε στον ουρανό…»
α. Την ίδια ημέρα της ανάστασης, β. Σαράντα ημέρες μετά την ανάσταση, γ. Δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού.
[α. Μάρκ. 16, 9, 19, Λουκ. 24,13, 28-51, 50-51, β. Πράξεις, 1,3-9, γ. Ματθ. 28,19-20, Ιωάν. 21,23-τέλος.]
Ασφαλώς, το κουίζ είναι για άλλη μια φορά παραπλανητικό.
Να ξεκαθαρίσουμε εξαρχής ότι για το επιχείρημα «γ», «δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού», δεν μπορούν να επικαλεστούν το ευαγγέλιο του Ιωάννη. Η φράση «τι θα γίνει αν δείτε τον Υιό του Ανθρώπου ν’ ανεβαίνει εκεί που ήταν πρωτύτερα;» (Ιω. 6,62) δεν αφήνει το περιθώριο να πούμε ότι ο Ιωάννης δεν κάνει λόγο για την Ανάληψη.
Επίσης και ο Ματθαίος, αν και δεν αναφέρεται ευθέως στην Ανάληψη, εντούτοις χρησιμοποιεί παράλληλες εκφράσεις με το ίδιο περιεχόμενο. Λέει για παράδειγμα ο Μάρκος στη σκηνή της Ανάληψης:
«Ο Κύριος, αναλήφθηκε στον ουρανό και κάθισε στα δεξιά του Θεού» (Μαρκ. 16,19).
Και ο Ματθαίος γράφει σ’ ένα σαφέστατο παράλληλο:
«Σας λέω πως σύντομα θα δείτε τον Υιό του Ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά του Θεού» (Ματθ. 26,64). Άλλωστε πώς αλλιώς οι άνθρωποι θα «δουν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται πάνω στα σύννεφα» (Ματθ. 24,30), αν δεν ανέβει πρώτα στους ουρανούς;
Οπότε είναι μάλλον υπερβολικό να πούμε ότι οι ακροατές του Ματθαίου θα περίμεναν ότι ο Ιησούς θα έμενε για πάντα εδώ στη γη.
Ας δούμε τώρα, πότε έγινε η Ανάληψη, την ημέρα της Ανάστασης, ή 40 ημέρες μετά;
Θεωρούμε ότι τα Μαρκ. 16,9 και 19 πολύ κακώς τα επικαλούνται για το ζήτημα αυτό. Το Μαρκ. 16,9 μας λέει μόνο, ότι μετά την ανάστασή του ο Ιησούς, το πρωί της Κυριακής, εμφανίστηκε στη Μαρία τη Μαγδαληνή. Από πού κι ως που όμως αυτό μας υποχρεώνει να συμπεράνουμε ότι ο Ιησούς αναλήφθηκε την ίδια ημέρα; Όπως σημειώνεται στο «Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας» (μτφρ. Σάββας Αγουρίδης):
«Στο χωρίο 16,19 του κατά Μαρκον ευαγγελίου, που εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από το Λουκά, η Ανάληψη εξιστορείται ύστερα από διαδοχικές εμφανίσεις, οι οποίες δεν καταλαβαίνουμε αν έγιναν μέσα σε μια ή σε περισσότερες μέρες»[6].
Αυτό συμβαίνει διότι σύμφωνα με τον κριτικό έλεγχο του κειμένου, προκύπτει ότι οι στίχοι 16,9-20 δεν υπήρχαν σε όλα τα αρχαία χειρόγραφα και «πατερικές μαρτυρίες δείχνουν ότι το ερώτημα περί του τέλους του ευαγγελίου είχε αντιμετωπισθεί ήδη κατά τους πρώτους αιώνες»[7]. Κατά συνέπεια, πρόκειται ίσως για μεταγενέστερη προσθήκη στο ευαγγέλιο, αναμφισβήτητης πάντως Κανονικότητας[8], και «οι στίχοι αυτοί [δηλ. 16,9-20] αποτελούν σύνθεση και περίληψη όλων των ευαγγελικών διηγήσεων για τις εμφανίσεις του Αναστημένου Χριστού»[9].
Τα εδάφια του Μάρκου λοιπόν που αναφέρονται στην Ανάληψη, βρίσκονται στα πλαίσια μιας αφήγησης η οποία δεν μπορεί να χρονολογηθεί επακριβώς ώστε να αποδειχθεί ότι τα συμβάντα στους στίχους Μαρκ. 16,9-20 έγιναν όλα την ίδια ημέρα.
Άρα, και αυτό το δεύτερο επιχείρημα των ψευδολόγων πέφτει στο κενό.
Τώρα, ως προς τις διηγήσεις του Λουκά για την Ανάληψη τις οποίες διαβάζουμε στις Πράξεις και στο Ευαγγέλιό του, μιλήσαμε ήδη στην ερώτηση 10 του «κουίζ».
Ξαναλέμε λοιπόν:
Ο Λουκάς γράφει και το Κατά Λουκάν αλλά και τις Πράξεις των Αποστόλων. Στις Πράξεις λοιπόν, σαφέστατα ο Λουκάς δηλώνει ότι η Ανάληψη του Ιησού έγινε μετά από 40 ημέρες παραμονής και παρουσίας Του στους μαθητές:
«3 Μετά το θάνατό του παρουσιάστηκε σ’ αυτούς ζωντανός με πολλές αποδείξεις· για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν και τους μιλούσε σχετικά με τη βασιλεία του Θεού […] 9 ανυψώθηκε προς τον ουρανό, και μια νεφέλη τον έκρυψε από τα μάτια τους.» (Πραξ. 1,3.9).
Βεβαίως, το διάστημα των 40 ημερών ο Λουκάς το γράφει μόνο στις Πράξεις αλλά το παραλείπει στο ευαγγέλιό του, ίσως έχοντας σκοπό να αναφέρει περισσότερα στο βιβλίο των Πράξεων. Θα ήταν όμως παράλογο να πούμε ότι δεν γνωρίζει για τις 40 ημέρες, όταν το έχει ήδη γράψει στις Πράξεις.
Αφού λοιπόν είναι παράλογο να υποθέσουμε ότι ο Λουκάς αντιφάσκει με τον εαυτό του, ως επιπλέον απόδειξη για το θέμα των 40 ημερών θα χρησιμοποιήσουμε την εντολή παραμονής στα Ιεροσόλυμα:
«για σαράντα μέρες τούς εμφανιζόταν … τους παρήγγειλλε: ‘’Μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα’’» (Πραξ. 1,3-4)
Η εντολή αυτή επαναλαμβάνεται στο Λουκ. 24,49:
«Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του».
Έχοντας λοιπόν ως δεδομένο ότι τα ευαγγέλια δεν είναι παρά στιγμιότυπα από τον βίο της πρώτης Εκκλησίας συνδεδεμένα μεταξύ τους χωρίς αυστηρή χρονολογική σύνδεση, συμπεραίνουμε ότι:
Η σκηνή της εμφάνισης του Ιησού στους 10 μαθητές τελειώνει στο Λουκ. 24,36-43. Στο εδάφιο 44 (ύστερα τους είπε…) αρχίζει η αποχαιρετιστήρια σκηνή που οδηγεί στην Ανάληψη, η οποία ο Λουκάς μας λέει ότι λαμβάνει χώρα 40 ημέρες μετά την Ανάσταση (Πραξ. 1,3).
Που τοποθετούνται λοιπόν οι 40 ημέρες στο Κατά Λουκάν; Προφανώς ανάμεσα στο 24,43 και 24,44 και αυτό μας το αποδεικνύει το, «εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ…» (Λουκ. 24,49) που είναι παράλληλο με το «μην απομακρυνθείτε από τα Ιεροσόλυμα…» (Πραξ. 1,4).
Συνεπώς:
α) Για κανένα από τα ευαγγέλια δεν μπορούμε να πούμε πως «δεν γίνεται λόγος για ανάληψη του Ιησού». Μπορεί ο Ιωάννης και κυρίως ο Ματθαίος να μην την αναφέρουν ευθέως, όμως υπάρχουν εδάφια στα οποία γίνεται έμμεσα λόγος για Ανάληψη του Ιησού.
β) Από πουθενά δεν προκύπτει ότι η Ανάληψη δεν έγινε 40 ημέρες μετά από την Ανάσταση.
9. Απάντηση στο Κουίζ, 17η από 17:
«Οι μαθητές έλαβαν την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος…»
α. Το βράδυ της ίδιας ημέρας της ανάστασης, β. Πενήντα ημέρες μετά την ανάσταση.
[α. Ιωάν. 20,19-22, β. Πράξεις, 2,1-13.]
Και η τελευταία ερώτηση δεν νομίζουμε ότι έχει κάποια ιδιαίτερη δυσκολία να απαντηθεί.
Οι αθεο-παγανιστές αναφέρονται στη φράση του Ιησού: «φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: ‘’Λάβετε Πνεύμα Άγιο’’» (Ιω. 20,22) και θέλουν να μας πουν ότι αυτό το εδάφιο αναφέρεται στην… Πεντηκοστή.
Όμως, για να μιλήσουν για «αντίφαση» οι ψευδολόγοι, συγκρίνουν αυθαίρετα το Ιω. 20,22 με το εδάφιο Πραξ. 2,1-13. Είναι όμως δυνατόν τα δύο αυτά εδάφια να υπονοούν το γεγονός της Πεντηκοστής ώστε να μιλάμε για «αντίφαση»; Ασφαλώς όχι. Διότι τότε, θα πρέπει να βρουν πειστικά στοιχεία που να μας λένε ότι ο Ιωάννης διαφωνεί με τον εαυτό του!
Ας δούμε γιατί:
Η σκηνή που περιγράφει το Πραξ. 2,1-13 είναι η Πεντηκοστή, δηλ. η έλευση του Αγίου Πνεύματος ΜΕΤΑ την αποχώρηση του Ιησού, δηλαδή μετά την Ανάληψή Του. Όμως, και ο Ιωάννης ξέρει καλά ότι το γεγονός της Πεντηκοστής θα συμβεί ΜΕΤΑ την αποχώρηση του Ιησού:
«Σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί, αν εγώ δεν φύγω, δε θα έρθει σ’ εσάς ο Παράκλητος … θα έρθει εκείνος, το Πνεύμα της Αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια» (Ιω. 16,5-13).
Ο Ιωάννης λοιπόν ξεκαθαρίζει ότι αν δεν φύγει ο Ιησούς, δεν θα έλθει το Πνεύμα το Άγιο. Ακριβώς το ίδιο δηλαδή που μας διηγείται ο Λουκάς στις Πράξεις. Άρα, πιάνουμε εμείς τους ψευδολόγους να αντιφάσκουν:
Γιατί «απορούν» αν το εδάφιο Ιω. 20,22 αναφέρεται στην Πεντηκοστή, αφού είναι τόσο «ικανοί» μελετητές; Δεν είδαν τα εδάφια Ιω. 16,5-13 που δείχνουν καθαρά πως ο Ιωάννης ξέρει ότι για να γίνει η Πεντηκοστή, ο Ιησούς πρέπει πρώτα να φύγει;
Επειδή λοιπόν μόνο τυφλός δεν θα έβλεπε ότι ο Ιωάννης όταν λέει «Λάβετε Πνεύμα Άγιο» δεν εννοεί την Πεντηκοστή, το ζήτημα που θέτει η 17η ερώτηση του «κουίζ» είναι εντελώς άστοχο και ανούσιο και οι αθεο-παγανιστές το επικαλούνται μόνο για λόγους εντυπώσεων…
Πριν κλείσουμε το άρθρο μας, ας δούμε την ορθόδοξη ερμηνεία του εδαφίου, «φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: ‘’Λάβετε Πνεύμα Άγιο’’» (Ιω. 20,22).
Όπως ερμηνεύει ο άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς:
«Μερικήν του πνεύματος ενέργειαν διά του εμφυσήματος έδωκεν»[10].
Δεν πρόκειται λοιπόν για τον «ερχομό» του Αγίου Πνεύματος με τα «σημεία» της Πεντηκοστής, αλλά για την χορήγηση του Αγιοπνευματικού χαρίσματος της άφεσης των αμαρτιών:
«Λάβετε Πνεύμα Άγιο, σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες, σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι».
10. Επίλογος
Αυτό ήταν λοιπόν το «κουίζ» των 17 ερωτήσεων που έσπευσαν να αντιγράψουν οι καλοθελητές σε blog αντιχριστιανικής παραπληροφόρησης. Πιστεύουμε ότι έγινε φανερό πως μόνο ένας επιπόλαιος αναγνώστης της Κ.Δ. θα μπορούσε να φτιάξει ή να δώσει βάση σε ένα τέτοιο κατασκεύασμα.
Υπάρχει μια πανίσχυρη Παράδοση 2.000 χρόνων που συνοδεύει τα κείμενα της Κ.Δ. και οι πολέμιοι του χριστιανισμού δεν μπορεί να ελπίζουν ότι με τέτοιες αλχημείες θα καταφέρουν οτιδήποτε.
Ας μας φωτίσει ο Χριστός όλους, και ας μας φέρει σε συναίσθηση να καταλάβουμε τον Λόγο Του.
[Τέλος Γ΄ Μέρους, και τέλος του άρθρου]
Σημειώσεις
[1] Ιωάννης Χρυσόστομος, «Στο Κατά Ιωάννην», PG 59.474.
[2] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397α.
[3] Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις τας Επιστολάς…», τόμ. Α', ό.π., σελ. 397β.
[4] Βλ. Σωτηρόπουλος Νικόλαος, «Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής», τόμ. Α΄, Αθήνα 1985, σελ. 123.
[5] Για την ερμηνεία της περικοπής, βλ. κυρίως τα εξής:
α) Καρακόλης Κ. Χρήστος, «Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις», Αποστολική Διακονία, 2η έκδ., Αθήνα 2005, σελ. 85-95.
β) Σωτηρόπουλος Νικόλαος, «Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της Γραφής», τόμ. Α΄, Αθήνα 1985, σελ. 121-124.
γ) Τρεμπέλας Ν. Παν., «Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον», 4η έκδ., «Ο Σωτήρ», Αθήνα 1990, σελ. 698-701.
[6] «Λεξικό Βιβλικής Θεολογίας» (μτφρ. από τα Γαλλικά με εποπτεία Σάββα Αγουρίδη, Σταύρου Βαρτανιάν), Άρτος Ζωής, Αθήνα 1980, στ. 78.
[7] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο», Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 511.
[8] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον…», ό.π., σελ. 513.
[9] Καραβιδόπουλος Δ. Ιωάννης, «Το κατά Μάρκον…», ό.π., σελ. 514.
[10] Λόγος Αποδεικτικός Β΄, 6. Η παράθεση από το: Γιαγκάζογλου Σταύρος, «Κοινωνία θεώσεως. Η σύνθεση Χριστολογίας και Πνευματολογίας στο έργο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», Δόμος, Αθήνα 2001, σελ. 354.