(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
Μετά το τέλος των ρωσοτουρκικών πολέμων η παρακμή της οθωμανικής αυτοκρατορίας επιταχύνθηκε βαθμιαία με την πολιτκή αναταραχή, η οποία παρατηρήθηκε σε ολόκληρο τον βαλκανικό χώρο και εντάθηκε ακόμη περισσότερο με την επέκταση της γεωγραφικής δικαιοδοσίας των τούρκων μπέηδων, όπως του Αλή πασά και του Ισμαήλ μπέη των Σερρών, αλλά και την σερβική επανάσταση στις αρχές του 19ου.
Η απήχηση της σερβικής εξέγερσης στην Ελλάδα εκδηλώθηκε με γενικό αναβρασμό στην Μάνη, στα Άγραφα και στον βορειοελλαδικό χώρο.
Αξιόλογη αντιστασιακή δράση ανέλαβαν οι κλεφταρματωλοί του Ολύμπου, όπως ο Γεωργάκης Ολύμπιος, ο Νικοτσαράς, ο Καρατάσος και άλλοι, οι οποίοι πολέμησαν στο πλευρό των Σέρβων. Τον Οκτώβριο του 1803 ο Γεωργάκης συνεννοήθηκε με τον ηγεμόνα της Βλαχίας, Κωνσταντίνο Υψηλάντη να σχηματίσει το “Ελληνικό σύνταγμα της Οδησσού”, που πήρε μέρος στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1806-1812. Το εθελοντικό αυτό σώμα με επικεφαλής τον Νικόλαο Πάγκαλο αποτελείτο από Έλληνες της μεσημβρινής Ρωσίας, της Μολδαβίας και της Βλαχίας, αλλά και μετανάστες από την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά.
Το “Ελληνικό σύνταγμα της Οδησσού” διαλύθηκε στα τέλη του 1807.
Στην Μάνη, τώρα, επικρατεί ένας επαναστατικός αναβρασμός σε ολόκληρη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Στις αρχές του 19ου μια μεγάλη οικογένεια της Μάνης, οι Γρηγοράκηδες, είχαν ξεσηκώσει τους Μανιάτες. Ο ρωτοτουρκικός πόλεμος του 1806-1812 προκάλεσε σημαντική αναταραχή στον Ελλαδικό χώρο. Το 1804 η Πύλη άρχισε να παίρνει μέτρα για την καταδίωξη των ενόπλων ελληνικών αντιστασιακών πυρήνων. Η ασφάλεια στην Πελοπόνησσο επιβλήθηκε με την εξόντωση των Κολοκοτρωναίων. Οι Ρώσοι με στρατηγό τον Έλληνα Εμμανουήλ Παπαδόπουλο χρησιμοποίησαν τα στρατιωτικά σώματα των Σουλιωτών, που είχαν καταφύγει στο μεταξύ στα Ιόνια νησιά.
Στο Βόρειο Αιγαίο δρούσε ο ρωσικός στόλος. Η άφιξη του προκάλεσε τον ενθουσιασμό των αρχηγών των νησιών της Ύδρας, των Σπετσών και άλλων κοντινών, που κινητοποιήσαν αμέσως τα πλοία τους. Έλληνες αρματολοί, όπως ο Κατσαντώνης, ο Μπότσαρης, ο Βλαχάβας, οι Λαζαίοι, αγωνίζονται σε διάφορες περιοχές κατά των τούρκων.
Ιδιαίτερα αξιόλογη υπήρξε η επαναστατική δραστηριοποίηση του Νικοτσαρά. Τον Ιούνιο του 1807 ο Νικοτσαράς, αφού πρώτα συνεννοήθηκε με τον ναύαρχο της ρωσικής μοίρας του Αιγαίου, Σινιάβιν, κατέστρωσε το παράτολμο σχέδιο να διασχίσει τις βαλκανικές χώρες και να ενωθεί με τα ρωσικά στρατεύματα της Βλαχίας. Ο Νικοτσαράς αποβιβάσθηκε στον Σταυρό Χαλκιδικής και προχώρησε προς την Ζίχνα, αλλά η επιχείρησή του ματαιώθηκε, ύστερα από την σύγκρουσή του με 8.000 άνδρες του Ισμαήλ των Σερρών.
Στις αρχές Ιουλίου ο Νικοτσαράς έχασε την ζωή του πολεμώντας τους τούρκους στο Λιτόχωρο. Από τις αρχές του 1808 άρχισε να ξεσηκώνει τους κατοίκους της Στερεάς Ελλάδος ο Θύμιος Βλαχάβας, ο οποίος επεξέτεινε την δραστηριότητά του ακόμη και στον θεσσαλικό χώρο. Σκοπός του Βλαχάβα ήταν να ξεσηκώσει και τους τούρκους μπέηδες της θεσσαλικής πεδιάδος. Σε σύγκρουση με τον στρατό του Αλή πασά έξω από την Καλαμπάκα έχασε την ζωή του ο αδελφός του Θεοδωράκης Βλαχάβας. Ο Αλή πασάς επωφελούμενος από την γενική αναστάτωση που επικρατούσε, διεύρυνε συνεχώς την εξουσία του στον Ελλαδικό χώρο. Μαζί με τους γυιους του αγόραζε τα τουρκικά τσιφλίκια της Θεσσαλικής πεδιάδας, καταπίεζε τους χωρικούς και απομυζούσε τους κατοίκους επιβάλλοντας βαρείς φόρους. Κατά την χρονική περίοδο της ακμής του (1809-1812) η εξουσία που ασκούσε περιλάμβανε την Ήπειρο, την Θεσσαλία ως την Κατερίνη, ορισμένα τμήματα της Δυτικής Μακεδονίας, ολόκληρη σχεδόν την Στερεά Ελλάδα, μεγάλο μέρος της Ευβοίας και, με την παρουσία του γυιου του Βελή, έφθανε ως την Πελοπόννησο.
Κατά την διάρκεια του προαναφερθέντος ρωσοτουρκικού πολέμου (1806-1812), παρατηρήθηκε νέο ρεύμα Ελλήνων εποίκων προς την Ρωσία, ιδίως στην Βεσσαραβία, η οποία ενσωματώθηκε σε αυτήν. Εκτός από την Οδησσό σημαντικές ελληνικές κοινότητες στην Ρωσία ήταν η Χερσών, το Τάγκανροκ, η Μαριούπολη και το Νικολάγιεφ. Οι ναυτικές δυνάμεις των Ελλήνων πολλαπλασιάζονταν βαθμιαία. Οι Έλληνες αποτελούσαν τους κύριους φορείς του εμπορίου μεταξύ Ευξείνου και Μεσογείου. Μεγάλοι Ελληνικοί εμπορικοί οίκοι είχαν ιδρυθεί στην Οδησσό και στο Τάγκανροκ. Οι Υδραίοι ξεχώριζαν στην μεταφορά εμπορευμάτων εξυπηρετώντας τις ανάγκες του αγγλικού εμπορίου. Ανάλογος σε αριθμητική δύναμη ήταν ο εμπορικός στόλος των Σπετσών και των Ψαρρών, αλλά και του Πόρου και του Γαλαξιδιού. Η τεράστια αυτή εμπορική δραστηριότητα των Ελλήνων είχε προκαλέσει μεγάλη συσσώρευση πλούτου, που είχε ανάλογο αντίκτυπο στην ανύψωση του πνευματικού επιπέδου του υπόδουλου ελληνισμού, αλλά και στην εθνική αφύπνισή του. Παράλληλα με την ύπαρξη μιας αδύναμης και συντηρητικής αστικής τάξης μέσα στην Ελλάδα, σχηματίστηκε στο εξωτερικό μια άλλη, η οποία όμως διέφερε σημαντικά από την πρώτη.
Οι Έλληνες έμποροι του εξωτερικού ήταν περισσότερο μορφωμένοι, πιο τολμηροί, πιο επαναστατικοί, ενώ εκείνοι που ζούσαν στα μεγάλα αστικά κέντρα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, υπήρξαν διστακτικοί και φοβισμένοι, εφόσον αντιμετώπιζαν καθημερινά τον ανελέητο τουρκικό ζυγό. Οι αστοί, λοιπόν, του εξωτερικού, της διασποράς, ακι οι Έλληνες λόγιοι, κινούνταν με μεγαλύετρη ευχέρεια και συνέβαλαν αποφασιστικά στην προετοιμασία τηςε Ελληνικής επανάστασης του 1821. Αυτοί πρωτοστάτησαν στην αφύπνιση του Ελληνικού έθνους με τις σημαντικές δωρεές τους προς τους σκλαβωμένους συμπατριώτες τους για την ίδρυση σχολίων και εκκλησιών και από αυτούς προήλθε η πρωτοβουλία για την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας.
Αξιοσημείωτο είναι, ακόμη, το γεγονός ότι η ιδέα της ελληνικής επανάστασης προήλθε από απλούς μικρεμπόρους και μικροαστούς του ελληνισμού της διασποράς, και από σπουδαστές του εξωτερικού, οι οποίοι υπήρξαν οι κύριοι φορείς του επαναστατικού ρεύματος. Με την πρωτοβουλία όλων αυτών μεταδόθηκε η φλόγα στους συμπατριώτες τους, στην κυρίως Ελλάδα, και έτσι γενικεύθηκε ο αγώνας, στον οποίο συμμετείχαν όλες οι κοινωνικές τάξεις του ελληνικού έθνους και ιδιαίτερα οι βιοτέχνες, οι γεωργοί και οι βοσκοί. Αυτοί ζούσαν κάτω από τον σκληρό τουρκικό ζυγό και δοκίμαζαν καθημερινά τις αυθαιρεσίες της τυρρανικής εξουσίας, τις βαριές φορολογίες, τις αγγαρείες και τις κακοποιήσεις, που δημιουργούσαν μια αφόρητη κατάσταση. Τα δεινοπαθήματα των Ελλήνων κατά την τουρκοκρατία και η απελπισία ήταν τα βασικά αίτια, που τους οδήγησαν στην απόφαση για την μαζική εξέγερση τους.
Τις μαχητικές δυνάμεις των Ελλήνων αποτελούσαν οι αρματωλοί και οι κλέφτες των ορεινών όγκων του ελλαδικού χώρου, οι οποίοι αδικούνταν κατάφωρα από την στάση των τουρκικών αρχών, αλλά και αρκετών κοτζαμπάσηδων, συνεργατών των Οθωμανών. Σημαντική υπήρξε, ακόμη, η συμβολή των λαϊκών πνευματικών θησαυρών του παρελθόντος, των παραδόσεων, των θρύλων, και των ιστορικών τραγουδιών, στην εθνική αφύπνιση του ελληνισμού και στην οργάνωση της αντίστασης των Ελλήνων. Το όραμα της μελλοντικής αποκατάστασης έθρεψε για αιώνες ολόκληρους τους Έλληνες υπόδουλους και καλλιέργησε το πνεύμα της αντίστασής τους.
Η “Μεγάλη Ιδέα” διαμορφώθηκε βαθμιαία από την σύμμιξη και την συγχώνευση λαϊκών και λόγιων στοιχείων, που η εμφάνισή τους προσδιορίζεται χρονικά από την άλωση της Κωνταντινούπολης το 1453 και ολοκληρώνεται κατά το δεύτερο μισό του 18ου με την πνευματική και οικονομική άνοδο του ελληνισμού.
Χωρίς την πνευματική άνοδο του υπόδουλου ελληνισμού, θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί η επαναστατική κινητοποίησή του. Ο πολλαπλασιασμός των ελληνικών σχολείων και η παρουσία των Ελλήνων λογίων του εξωτερικού συνέβαλε αναμφισβήτητα στην εθνική αφύπνιση των Ελλήνων.
Μεγάλη υπήρξε στο σημείο αυτό η επίδραση της γαλλικής επανάστασης. Οι λόγιοι του εξωτερικού, ιδίως της Μολδαβίας, της Βλαχίας και της Αυστρίας, έπαιξαν τεράστιο ρόλο στον διαφωτισμό του γένους, εμπνευσμένοι και οι ίδιοι από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό. Στην Βλαχία, οι έλληνες λόγιοι συγκεντρώνονταν γύρω από την “Φιλολογική Εταιρεία” του Βουκουρεστίου. Με την συνεργασία του γραμματέα της “Φιλολογικής Εταιρείας” Μιχαήλ Σχινά και του Άνθιμου Γαζή εξεδόθει τον Ιανουάριο του 1811 το πρώτο επιστημονικό φιλολογικό περιοδικό του ελληνισμού, ο “Λόγιος Ερμής”.
Η κυριότερη πνευματική εστία των Ελλήνων στην Βιέννη υπήρξε ο ορθόδοξος ναός του Αγ. Γεωργίου με επικεφαλής τον Άνθιμο Γαζή. Ο “Λόγιος Ερμής” αποτέλεσε πόλο έλξης των Ελλήνων της διασποράς και το βασικότερο μέσο έκφρασής τους.
Στην Βιέννη εργάζονταν ονομαστοί Έλληνες λόγιοι, οι Κοραϊστές Θεόκλητος Φαρμακίδης και Κ. Κοκκινάκης, που συνεχίζουν μετά το 1816 την έκδοση του “Λογίου Ερμή”, ο Αθανάσιος Σταγειρίτης, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Μανουήλ και Κυργιάκος Καπετανάκης και άλλοι. Στο Παρίσι έχουμε τον μεγάλο δάσκαλο του γένους Αδαμάντιο Κοραή, τον Παναγιώτη Κοδρικά, τον Γρηγόριο Ζαλίκογλου. Στο Βουκουρέστι ο Κωνσταντίνος Βαρδαλάχος, ο Αθανάσιος Ιωαννίδης, ο Στέφανος Κομμητάς. Στο Ιάσιο ο επίσκοπος Θεόκλητος, ο Δημήτριος Γοβδελάς και άλλοι.
Τέλος, σε ένα άλλο σημαντικό κέντρο της Ευρώπης, το οποίο πρόκειται να εξελιχθεί σύντομα σε σπουδαία φιλελληνική εστία, στο Μόναχο, ξεχώριζε για τον θερμό ζήλο του ο καθηγητής κλασσικής φιλολογίας του πανεπιστημίου Friedrich Thiersch, ο οποίος προσκαλούσε Έλληνες σπουδαστές να φοιτήσουν στην Φιλοσοφική σχολή του Μονάχου.
ΤΟΥΤΟ ΜΟΝΑΧΑ ΕΧΩ ΝΑ ΠΩ ΜΕΘΥΣΤΕ ΑΠΟ Τ΄ΑΘΑΝΑΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ 21
ΘΝΗΤΟΙ ΤΟΙΣ ΑΘΑΝΑΤΟΙΣ ΓΟΝΥ ΚΛΙΝΑΤΕ
πηγή:lalei-kairia.