Και ο Λάκης Λαζόπουλος με το κείμενό του μάς ταξιδεύει με το στυλ και το χιούμορ του στις ομορφιές τους
Όσο περνάει ο καιρός η ζωή στην Αθήνα καλπάζει στα οροπέδια του ανυπόφορου. Ζούμε σε μια πόλη που ανασαίνει βαριά, ενώ η απόγνωση ζωγραφίζει καθημερινά με τις χλωμές μπογιές της τα πρόσωπά μας, καθώς καρφωμένοι στο τιμόνι αναζητούμε διέξοδο στο αδιέξοδο. Το καλοκαίρι είναι ο χρόνος που μας απέμεινε για να πολεμήσουμε τους δυσάρεστους χειμώνες που φτιάξαμε.
Έτσι ένιωθα σήμερα το απόγευμα καθώς επέστρεφα από τη Σίκινο. Σαν πολεμιστής. Πάλεψα με την αφιλόξενη πόλη και κέρδισα μερικές μέρες στη θάλασσα. Η Σίκινος ήταν ένα νησί που δεν είχα επισκεφθεί ποτέ. Μπήκαμε σ΄ ένα φουσκωτό από την Πάρο και πήγαμε. Η ησυχία των βράχων, οι παλιές ξερολιθιές κάναν τους λόφους να μοιάζουν με γλυπτά. Στο στενό δρομάκι της χώρας, τα τραπεζάκια αντικρυστά έτσι που κανείς, όταν περάσει, μια καλημέρα θα την πει, δεν γίνεται αλλιώς.
Η παρέα καθισμένη πίνει μπίρες και καθώς το τηλέφωνο του παντρεμένου της παρέας χτύπησε, οι δικοί του με μια φωνή είπαν: Ωχ! Η παντόφλα σ΄ αναζητά. Κι ακολούθησε το γέλιο και γέμισε το μικρό στενό χαρά. Η Ροζίτα, μια πανέμορφη σκυλίτσα, να προσπαθεί να περάσει ανάμεσα στα πόδια μας, να πάει στο αφεντικό της τα ψώνια από τον μπακάλη. Ναι, η Ροζίτα έχει εκπαιδευτεί να πηγαίνει στο περίπτερο να παίρνει τα τσιγάρα και τα ψώνια απ΄ τον μπακάλη. Αφήσαμε τη Χώρα έχοντας κρατήσει τη γεύση της πορτοκαλόπιτας που μας πρόσφερε με πολλή αγάπη η Δήμητρα στο Ανέμελο καφενεδάκι.
Στη μικρή ταβέρνα του λιμανιού, η παρέα των τριών φίλων με κέρασε ένα κρασί. Οι δύο από αυτούς φωτογράφοι, ενώ ο τρίτος γράφει ένα σενάριο αυτό τον καιρό. Η ήρεμη φωνή του λόγου τους μου μετέφερε την ανησυχία της νεότητάς τους. Πολλοί περιπατητές πηγαίνουν στη Σίκινο, καθαρίζουν μάλιστα τα μονοπάτια. Κυρίως ξένοι.
Οι Έλληνες όπου δεν πάει το αυτοκίνητο, άσ΄ το καλύτερα. Δεν έχουμε πόδια πια. Η εποχή μάς πέρασε ρόδες. Όλα αυτά σκεφτόμουν καθώς επέστρεφα, διασχίζοντας το απέραντο γαλάζιο των Κυκλάδων, χαιρετώντας όσους έπλεαν το απόγευμα της Τρίτης. Είναι οι ίδιοι μ΄ αυτούς που θα μουντζωνόμαστε αύριο στην κίνηση της Αθήνας. Η θάλασσα όμως ημερεύει τις άγριες ψυχές της εποχής μας.
Γράψε, μου είπαν, για το τι σου αρέσει το καλοκαίρι. Πού σ΄ αρέσει να πας, πώς περνάς τις ώρες σου. Σ΄ έναν βράχο στη Σέριφο πήγαινα χρόνια πολλά και καθόμουν, αφού κολυμπούσα ένα τέταρτο για να φθάσω. Σκαρφάλωνα εκεί πάνω κι άφηνα μυαλό και ψυχή να συμπνεύσουν με τον άνεμο έως την άκρη του βλέμματος. Και πιο ΄κεί.
Εκεί στον βράχο αυτόν όριζα την ησυχία μου, την ελευθερία μου και τη μοναξιά μου. Ήταν το δικό μου μέρος.
Η Σέριφος είναι όμορφη, άγονη, στέρφα, απ΄ όπου και το όνομά της. Με τη Χώρα να κρέμεται σαν να πήγε να πέσει και πιάστηκε στα βράχια. Εκεί, το σπίτι μου που το αγόρασα γύρω στο 1988.
Στη βόρεια πλευρά του νησιού, να ακούω τον αέρα όταν λυσσομανάει. «Σπίτι όσο χωρείς και θέα όσο θωρείς», έλεγε ο πατέρας μου. Έτσι ήταν το σπιτάκι αυτό, μέσα στον διατηρητέο οικισμό της χώρας. Παραλίες πανέμορφες, να πολεμάμε με νύχια και με δόντια να τις γλιτώσουμε απ΄ αυτούς τους αναιδείς επιδειξίες του πλούτου, που βρίσκουν πάντα τις άκρες να χώσουν θρασύτατα τα τσιμέντα τους στην άμμο με τις ευλογίες όλων των υπηρεσιών του Δημοσίου, μηδεμιάς εξαιρουμένης- και φαντάζομαι όχι με το αζημίωτο. Τα μονοπάτια σιγά σιγά τα κλείνουν για να απελπίζονται οι άνθρωποι και να μην κατεβαίνουν στις παραλίες, όπου άλλοτε πήγαιναν. Άραγε πρόοδος, εξέλιξη σε ένα νησί είναι 20 άνθρωποι να κλείνουν τις παραλίες ρεζερβέ;
Η Σέριφος συνεχίζει να είναι όμορφη, παρά τις βαθιές πληγές της, όπως και τα πιο πολλά νησιά άλλωστε. Τα μεταλλεία τρύπησαν τα βουνά της στο παρελθόν, αλλά και οι εργολάβοι της εποχής τρυπούν την προοπτική του αύριο με μια ογκώδη ασχήμια.
Η Ψιλή Άμμος, ο Αϊ-Γιάννης, ο Αϊ-Σώστης, η Λια με το μονοπάτι που άλλαξε ακολουθώντας περιμετρικά τη νέα ιδιοκτησία, το Καλό Αμπέλι, το Γάνεμα, η Βαγιά όπου χάσκουν τα τσιμέντα μες στην άμμο, το Καράβι όπου φτάσανε οι μπαλκονόπορτες στο κύμα, η Συκαμιά, οι Πλάκες, ο Πλατυ-Γιαλός είναι μερικές από τις αμέτρητες, υπέροχες παραλίες της Σερίφου.
Απ΄ το κάστρο της Χώρας μπορείς να δεις το καράβι να μπαίνει στο λιμάνι. Εκείνη τη στιγμή θα ξέρεις πώς είναι όταν ζωγραφίζει ο Θεός τη στιγμή.
Η Πάρος είναι η καινούργια αγαπημένη μου. Είχα έρθει μια- δυο φορές στο παρελθόν, αλλά τα μεγάλα νησιά και οι πολλές φωνές στις παραλίες δεν με ενθουσιάζουν. Δεν είμαι και της ρακέτας, οπότε δεν μπορώ να συμμεριστώ τη χαρά τού πάτακιούτα επί ώρες προκειμένου να πετύχουμε ομοιόμορφο μαύρισμα. Η Πάρος όμως με κέρδισε. Βρήκα τρόπους να ηρεμώ στο νησί αυτό- έχει αρκετές ήσυχες παραλίες- αλλά και να στριμώχνομαι εκεί, στο λιμανάκι της Νάουσας μαζί με όλους.
Νομίζω ότι είναι το πιο όμορφο λιμανάκι στις Κυκλάδες.
Η Πάρος έχει διαδρομές, έχει τα αρχαία λατομεία μαρμάρου, από την Πάρο ήταν ο ποιητής Αρχίλοχος. Το νησί δεν έχει παραδοθεί ολοκληρωτικά στα τσιμέντα. Ακόμα τα βουνά του δείχνουν το χώμα τους, δεν έχουν γεμίσει μ΄ αυτές τις μακρόσυρτες μεζονέτες που ανάθεμα σ΄ αυτόν που είχε την καταραμένη ιδέα να χτιστούν αυτοί οι λευκοί, παράλογοι, επιμήκεις όγκοι. Η Παροικιά, πανέμορφη στα στενοσόκακά της όταν τα περπατήσει κανείς, ενώ η νότια πλευρά του νησιού μοιάζει σαν ένα δεύτερο νησί με δική του, ξεχωριστή προσωπικότητα που μας κάνει τη χάρη να μοιραζόμαστε την ίδια έκταση.
Το πιο σημαντικό όμως είναι οι κάτοικοί της, οι Παριανοί. Αλλά ομορφιά υπάρχει παντού στην Ελλάδα.
Όμορφη είναι και η Νίσυρος, μ΄ αυτή την υπέροχη πλατεία των συναντήσεων. Εκεί όπου ξέρεις πως ό,τι ώρα και να πας, θα είναι κάποιος φίλος να σε περιμένει.
Μια τέτοια υπέροχη πλατεία ψηλά έχει και η Φολέγανδρος , ενώ ο γκρεμός στο τέλος της Χώρας σού προσφέρει μια κομμένη ανάσα από το αίσθημα που επιστρέφεται στο βλέμμα. Η Νίσυρος, η Αστυπάλαια, η πίσω πλευρά της Λήμνου ερημικά πανέμορφη.
Μοναδική παραλία η Ερεσός, εκεί στη Μυτιλήνη . Μαγική παραλία που δεν χάνει τη γοητεία της στο μήκος- κατά το ψηλός και άχαρος- ο ψηλός βράχος στο τέλος της παραλίας μοιάζει σαν τελεία στο Σύμπαν. Αν μάλιστα είσαι τυχερός και κάποιος παίζει τη φλογέρα του πάνω στον βράχο, όπως συνέβη την πρώτη μέρα που έφθασα εκεί, τότε το μέρος γίνεται αλησμόνητο. Κι ας έρχεται η μουσική στ΄ αυτιά σου με τις ορέξεις του αέρα. Είπαμε, η Ελλάδα έχει παντού ομορφιά αλλά και παντού ασχήμια. Είναι πού θα στρέψεις το βλέμμα σου.
Η Σύμη σ΄ αγκαλιάζει με το που θα δει το καράβι να ξεπροβάλλει στο λιμάνι της. Τα σπίτια της νιώθεις ότι σου χαμογελούν. Διατηρητέα, έτσι όπως θα έπρεπε να είναι τα περισσότερα νησιά μας. Με απόλυτο σεβασμό στην Ιστορία και στο αίσθημα που άφησαν στις αυλές των σπιτιών τους οι παλαιότεροι. Όσοι σέβονται τον πολιτισμό τους, αυτοί θα είναι οι νικητές στον χρόνο. Πράγμα λίγο δύσκολο όταν οι κυβερνήσεις στα χρόνια της Δημοκρατίας καταστρέφουν συνειδητά τον πολιτισμό της χώρας, ακολουθώντας τα τσιμεντένια μονοπάτια της Δικτατορίας. Η Δημοκρατία έχει υποταχθεί στη λογική της μεζονέτας με τα παράνομα υπόγεια.
Πώς θα ήταν όμως τα Χανιά σήμερα χωρίς την Παλιά Πόλη, πώς θα ήταν το Ναύπλιο , η Μονεμβασιά; Από μπροστά μου περνούν συνέχεια εικόνες, καλοκαίρια, στιγμές. Στον Πλαταμώνα των παιδικών μου χρόνων έχω χρόνια να πάω. Με τη σκέψη, όμως, πηγαίνω συχνά. Πολλές φορές. Ακόμα θυμάμαι το δέντρο, όπου η οικογένειά μου καθόταν από κάτω. Τότε που τα Σάββατα πηγαίναμε όλοι μαζί με το τρένο και πιάναμε ένα δέντρο κι εκεί τη βγάζαμε. Με πόση αγάπη τα θυμάμαι! Πολλές θάλασσες γνώρισα, πολλά ταξίδια έκανα.
Το περπάτημα από το δέντρο μέχρι τη θάλασσα, για να βουτήξω, θα το θυμάμαι σε όλη μου τη ζωή. Μα, θα μου πεις, τι είχε αυτό το περπάτημα; Είχε τα μάτια του πατέρα μου να με ακολουθούν. Κι ας ήταν στη θάλασσα του Πλαταμώνα όπου πήγα να πνιγώ, καθώς η μάνα μου έπιασε κουβέντα με κάτι φιλενάδες της από τα άλλα δέντρα, γύρω από μια σαμπρέλα κολυμπώντας και μ΄ άφησε από τα μάτια της να ξεμακρύνω. Οι μνήμες είναι εκεί, εγώ εδώ- στην Πάρο. Η παρέα με περιμένει να πάμε για μπάνιο στις Κολυμβήθρες. Πρέπει να βιαστώ, πετσέτες, μαγιό, αντηλιακά, γυαλιά, νερό. Ώρα να πάω. Αυτά είχα να γράψω. Αν ήμουν όμως Θεσσαλονικιός δεν θα είχα γράψει λέξη γιατί σαν τη Χαλκιδική, φιλαράκι, δεν υπάρχει τίποτα. Η Χαλκιδική είναι... ξέχασέ το! Τι να σε λέω! Κι ο Θεός όταν κάνει διακοπές, Χαλκιδική έρχεται. Όχι στο τρίτο «πόδι», πρώτο και δεύτερο. Και η συμβουλή γι΄ αυτό το καλοκαίρι; Αφήστε τα νεύρα του χειμώνα σ΄ ένα συρτάρι, για να τα βρείτε όπως τα αφήσατε.
Α, κι ένας καινούργιος έρωτας δεν βλάπτει!
Από τη Δευτέρα και κάθε μέρα στους «Ορίζοντες» γνωστά πρόσωπα από τον χώρο της τέχνης και του θεάματος θα μας ξεναγούν στη δική τους «αγάπη για το καλοκαίρι» Απέραντο γαλάζιο Αν ψάχνεις να χαθείς αυτό το καλοκαίρι στην ησυχία των Κυκλάδων, τότε ίσως η Αμοργός να έχει την απάντηση. Η Αμοργός έχει τους δικούς της πιστούς, τους δικούς της φανατικούς. Μοιάζει σαν να μη μιλάει στα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων.
Από τη Δευτέρα και κάθε μέρα στους «Ορίζοντες» γνωστά πρόσωπα από τον χώρο της τέχνης και του θεάματος θα μας ξεναγούν στη δική τους «αγάπη για το καλοκαίρι» Απέραντο γαλάζιο Αν ψάχνεις να χαθείς αυτό το καλοκαίρι στην ησυχία των Κυκλάδων, τότε ίσως η Αμοργός να έχει την απάντηση. Η Αμοργός έχει τους δικούς της πιστούς, τους δικούς της φανατικούς. Μοιάζει σαν να μη μιλάει στα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων.
Σαν να μάλωσε μαζί τους. Μόνο το βαθύ μπλε θυμίζει τη συγγένεια. Μ΄ αρέσουν οι Κυκλάδες. Μ΄ αρέσει το φως. Μ΄ αρέσουν οι στεγνοί όγκοι, όπου ο ήλιος αδυνατεί να κρυφτεί.
Μ΄ αρέσει το φεγγάρι που φωτίζει τις γραμμές των λόφων, που καθρεφτίζεται στ΄ αλάτια των βράχων, που ακουμπάει νωχελικά φωτίζοντας θεατρικά το κάθε νησί. Το κεφαλομάντιλο κρύβει τα μαλάματα Από τα μεγάλα νησιά, μου αρέσει να επισκέπτομαι την Κρήτη, σε όλες τις πλευρές.
Παρά τις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, παρά την καταστροφή που αναμφισβήτητα έχει υποστεί στην προσπάθειά της να ανοίξει διάπλατα τις πόρτες της στον τουρισμό, η Κρήτη κρατάει την ομορφιά της στα ψηλά.
Στα Ανώγεια, στο οροπέδιο, αλλά και στα Σφακιά στις νότιες παραλίες της, στον Αϊ-Νικόλα, στην Παλιόχωρα, στη Φαλάσαρνα. Η Κρήτη έχει ομορφιά δεμένη με μαύρο μαντίλι. Έχει τρέλα μεγάλη και όποιος δεν πιει τη ρακή της, κακό της κεφαλής του. Μπορώ να γράφω ώρες. Ομορφιές φυλαγμένες...
Τα καλοκαίρια κρατάνε ακόμα ομορφιές φυλαγμένες. Μια τέτοια φυλαγμένη ομορφιά κρύβει η Σαμοθράκη. Απρόβλεπτη. Οι διαδρομές μέσα στην πυκνή βλάστηση σε ξαφνιάζουν. Με πολλούς νέους επισκέπτες. Απ΄ τους πιο ψαγμένους. Με υπέροχες παραλίες, ενώ από τους καταρράκτες ψηλά μπορείς να αισθανθείς την απουσία της Νίκης. Και το γεγονός ότι βρίσκεται σε περίοπτη θέση στο Μουσείο του Λούβρου δεν σε κάνει να νιώσεις καλύτερα.
Αν, πάλι, βρεθείς στην Πάτμο- ακολουθώντας τη γεωγραφία του μυαλού και των αναμνήσεων, μπορείς να πετάγεσαι εδώ κι εκεί- μην ξεχάσεις να πάρεις ένα βαρκάκι και να πας στο Μαράθι, στα Τηγανάκια. Όλες αυτές οι μικρές παραλίες, οι σπαρμένες εδώ κι εκεί, οι κρυμμένες κι απρόσιτες, είναι τα μικρά μεγάλα μυστικά όλων όσοι αναζητούν κάτι, πέραν των προτάσεων ενός τουριστικού πρακτορείου.