Γράφει η Μαρία Αρβανίτη Σωτηροπούλου
Στον ενδιαφέροντα τουριστικό οδηγό Santorini 2012-2013 περιέχεται δημοσίευμα με τίτλο «Megalochori living project Η ιστορία ξαναγράφεται». Με έκπληξή μου παρατήρησα ότι το δημοσίευμα για το πατρογονικό χωριό μου περιορίζεται στα εγκώμια για την «αναγέννηση» που έγινε σε αυτό από τον δραστήριο πετυχημένο επιχειρηματία κ Πολ Παναγιωτόπουλο.
Επειδή ανήκω στη γενιά, που γνώρισε κι αγάπησε
το Μεγαλοχώρι στη χειρότερη εποχή του νησιού μας θα ήθελα να επισημάνω ότι -ειδικά
σήμερα που τόσο η οικονομική κρίση, όσο και οι Κασσάνδρες σεισμολόγοι απειλούν
τον τουριστικό παράδεισο που με τόσο κόπο στήθηκε- πρέπει να βλέπουμε τα
πράγματα σφαιρικότερα.
Το Μεγαλοχώρι το λέμε Μεγάλο, αν και είναι
από τα μικρότερα χωριά της Σαντορίνης, επειδή έβγαλε μεγάλους ανθρώπους. Έτσι μας
έμαθαν οι γονείς μας και έτσι αποδεικνύουν τα ιστορικά στοιχεία για όποιον
κάνει τον κόπο να τα ψάξει. Επιστήμονες, ιερωμένοι, πνευματικοί ταγοί και
άνθρωποι της προσφοράς γεννήθηκαν και τίμησαν αυτό το ελάχιστο χωριουδάκι.
Ο σεισμός του 1956 κατέστρεψε και το Μεγάλο
Χωριό, που στάθηκε τυχερό, γιατί άργησε να ενταχθεί στην τουριστική
βιομηχανοποίηση του νησιού. Από τους πρώτους και ντόπιους επιχειρηματίες, που
πίστεψαν στην ποιοτική ανάπτυξη του χωριού μας, ο Τάσος Βαρβαρήγος, ενώ
ακολούθησε η ανέγερση του υψηλών προδιαγραφών Ventema,
που σάρωσε την ως τότε προχειρότητα των τουριστικών καταλυμάτων. Ο Πολ
Παναγιωτόπουλος είχε ένα ολοκληρωμένο προσωπικό όραμα τουριστικής αξιοποίησης
του συνόλου του παραδοσιακού χωριού μας, που αξιώθηκε με τη σκληρή προσωπική
του δουλειά να πραγματώσει. Όμως δεν πρέπει να μπερδεύουμε το καλό μάρκετινγκ, τις
δημόσιες σχέσεις και τη διαφήμιση με την κριτική αντικειμενική άποψη.
Επειδή στο κείμενο αναφέρεται και το όνομα
του γιού μου, θα ήθελα να καταθέσω ότι η κληρονομιά των
παιδιών μου δεν είναι μόνο υλική, αλλά κυρίως πνευματική, αφού μέχρι σήμερα συγκινεί όσους
άγγιξε η μνήμη των γονιών μου (Νίκου και Ευαγγελίας Αρβανίτη) στις εκκλησιές
και τα σχολεία του νησιού μας. Όσο για τα κτίσματα, που σήμερα απολαμβάνουμε η
επιβίωσή τους οφείλεται στο γεγονός ότι οι γονείς, όπως και οι παππούδες μου (και
το καταγράφω στο βιβλίο μου «ο παππούς απ’ την Οντέσα»), την εποχή που όλοι ξεπουλούσαν
κοψοχρονιάς και αν και υπήρξαν ζωτικές ανάγκες, μας δίδαξαν την ιερότητα της θηραϊκής
γης και κυρίως των αμπελιών της.
Η Σαντορίνη έχει επιβιώσει δυσχερέστερων
οικονομικών και όχι μόνο καταστάσεων και η σοφία των Σαντορινιών ήταν ότι
αγαπούσαν την κληρονομιά των προγόνων κι έμεναν σαν τις πατελίδες σφιχτά γαντζωμένοι
σε αυτή την επικίνδυνη γη κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Όμως αυτή η σοφία δεν υπακούει στους κανόνες των
αγορών και μη σας κακοφαίνεται, που δε διαφημίζεται σε οποιονδήποτε τουριστικό
οδηγό. Είναι η ανεκτίμητη ψυχή της Σαντορίνης και ΔΕΝ ΠΩΛΕΙΤΑΙ.