«Χιουνκιάρ
Μπεγιεντί» και στην Οία;
Ναι!
καλά διαβάσατε! Το αυθεντικό Πολίτικο φαγητό «Χιουνκιάρ Μπεγιέντι» (από το τουρκικό Hünkar Beğendi) ήταν ένα από τα φαγητά που συνηθιζόταν και στην Οία,
ιδίως τα παλιά χρόνια.
Η
«ανακάλυψη» μας αυτή έγινε εντελώς τυχαία όταν βρεθήκαμε σε βεγγέρα σε σπίτι Οιατών
φίλων. Ενώ περιμέναμε ότι το γεύμα θα περιελάμβανε γνωστές παραδοσιακές Σαντορινιές
συνταγές, βρεθήκαμε προ εκπλήξεως όταν είδαμε στο τραπέζι να σερβίρεται ένα
Πολίτικο φαγητό! Και η έκπληξη μας μεγάλωσε ακόμη περισσότερο όταν είδαμε το
άναυδο βλέμμα των Οιατών φίλων μας, τόσο της οικοδέσποινας και του νοικοκύρη όσο και των
υπόλοιπων παρευρισκομένων Οιατών, οι οποίοι είχαν μείνει κυριολεκτικά άφωνοι για
την άγνοια μας αυτή.
«Δηλαδή
εσείς στα χωριά κάτω* δεν φτιάχνετε χιουνκιάρ;» ήταν η ερώτηση της απορημένης
Οιάτισσας οικοδέσποινας η οποία νόμιζε ότι το Χιουνκιάρ, εκτός από την Οία,
συνηθιζόταν και στα άλλα χωριά της Σαντορίνης!
Όταν λοιπόν τους εξηγήσαμε πως «όχι», ξεκίνησε μια άκρως
ενδιαφέρουσα συζήτηση για την τοπική κουζίνα της Οίας, η οποία όχι μόνο
διαφέρει σε σημεία από την παραδοσιακή Σαντορινιά κουζίνα, αλλά σε πολλούς
«Κατωμερίτες*» Σαντορινιούς είναι σχεδόν άγνωστη.
Όπως
μας είπαν: «Όλο το χωριό ήταν ναυτικοί. Ο ναυτικός στόλος της Οίας ήταν πάνω
από 160 ιστιοφόρα! Η Οία ήτα μεγάλη ναυτική δύναμη, που τα άλλα χωριά της
Σαντορίνης δεν την είχαν. Οι Οιάτες ήταν
όλοι καπεταναίοι, μηχανικοί, πληρώματα, είχαν οι καραβοκύρηδες μεγαλοκαπεταναίοι
τα ιστιοφόρα και ταξίδευαν στην Κωνσταντινούπολη, στη Μαύρη Θάλασσα, στη Ρωσία.
Έτσι πολλά στοιχεία από την Ανατολίτικη κουλτούρα αφομοιώθηκαν στην κοινωνία
της Οίας και την έκαναν να διαφέρει από την υπόλοιπη Σαντορίνη. Φαγητά που
φτιάχνουμε στην Οία και είναι επιρροές από τα ταξίδια των ναυτικών μας, τα άλλα
χωριά της Σαντορίνης δεν τα γνωρίζουν. Για παράδειγμα εμείς στην Οία το Πάσχα
φτιάχνουμε «Μελιές», είναι τσουρέκια με τυρί, συνταγή από τη Μαύρη Θάλασσα».
«Και
έτσι προέκυψε και το Χιουνκιάρ στην Οία;» ρωτήσαμε
«Ε
ναι! μέσα σε όλα τα Ανατολικά στοιχεία
που έφεραν οι Οιάτες ναυτικοί, ήταν και αυτό. Η μελιτζάνα είναι ένα προϊόν που ανέκαθεν
έβγαζε η Σαντορίνη. Οπότε δεν ήταν δύσκολο να «υιοθετηθεί» από την Οιάτικη
κουζίνα. Τα παλιά χρόνια συνηθιζόταν πολύ στα καπετανόσπιτα, σαν Κυριακάτικο
μεσημεριανό φαγητό. Αλλά με τα χρόνια όλες οι κοινωνικές τάξεις της Οίας άρχισαν να το μαγειρεύουν.»
Ρωτήσαμε:
«Και ποια η διαφορά του Πολίτικου Χιουνκιάρ, από το Χιουνκιάρ της Οίας;»
«Στη
Κωνσταντινούπολη τη μελιτζάνα την λιώνουν και την κάνουν πουρέ. Εμείς στην Οία
απλώς την κόβουμε σε κομμάτια. Όμως ο τρόπος μαγειρέματος του κρέατος είναι
ίδιος. Στα τουρκικά Χιουνκιάρ Μπεγιεντί σημαίνει «του ηγεμόνα του άρεσε»!»
«Δηλαδή
ξέρετε και το ιστορικό;» ρωτήσαμε έκπληκτοι τους Οιάτες φίλους μας
«Ε
βέβαια!» μας είπαν γελώντας. «Ήταν κάποτε ένας Τούρκος σουλτάνος στην
Κωνσταντινούπολη, Μουράτ λεγόταν, του οποίου η μάνα ήταν Ελληνίδα. Την είχαν
αρπάξει νεαρό κοριτσάκι και την πήγαν στο χαρέμι, αλλά ο Σουλτάνος όταν την είδε,
από την ομορφιά της την ερωτεύτηκε και την
παντρεύτηκε. Όταν πέθανε, ο γιος που είχε κάνει μαζί της, ο Μουράτ, πήρε
το θρόνο και έγινε αυτός Σουλτάνος. Ο
Μουράτ λοιπόν ήταν πολύ δύστροπος στο φαΐ και οι μάγειροι του έσκαγαν κάθε φορά
τι να του μαγειρέψουν. Έτσι μια μέρα ένας μάγειρας του μαγείρεψε μελιτζάνες με
κρέας, ο Μουράτ ξετρελάθηκε και έτσι βγήκε το Χιουνκιάρ Μπεγιέντι που σημαίνει
«του ηγεμόνα του άρεσε!». Αυτή την
ιστορία θυμάμαι την έλεγε ο παππούς μου που ήταν ναυτικός και την είχε ακούσει
στην Κωνσταντινούπολη. Κάθε φορά που η γιαγιά μου έφτιαχνε το φαγητό ο παππούς
θυμόταν την ιστορία του!» μας είπε η Οιάτισσα νοικοκυρά φίλη μας.
Όπως
φαίνεται τελικά η Οία κρύβει πολλά μυστικά στην τοπική λαογραφία της, τα οποία είναι άγνωστα στην υπόλοιπη
Σαντορίνη. Μήπως θα έπρεπε σιγά-σιγά οι Οιάτες να αρχίσουν να ανοίγουν τα
κλειδωμένα σεντούκια τους και να μας αποκαλύπτουν τις ομορφιές της «κρυφής»
τοπικής τους παράδοσης ;
Χιουνκιάρ
Μπεγιεντί της Οίας
1 κιλό κρέας μοσχαρίσιο (για τας κεμπάπ) κομμένο σε μπουκιές
2 κρεμμύδια ξέρα ψιλοκομμένα
5-6 μελιτζάνες φλάσκες «άσπρες» Σαντορίνης
1 νεροπότηρο ελαιόλαδο
1 κονσέρβα ψιλοκομμένα ντοματάκια Σαντορίνης
2 κουταλιές ντοματοπελτέ Σαντορίνης αραιωμένες σε νερό
1 φύλλο δάφνης, λίγο μοσχοκάρυδο, θυμάρι, ρίγανη, μπαχάρι,
κανέλλα σκόνη
αλάτι, πιπέρι,
λίγο ζάχαρη (για την «ξινίλα» της ντομάτας)
Σε μια κατσαρόλα βάζουμε το λάδι και το σωτάρουμε με τα
ψιλοκομμένα κρεμμύδια. Προσθέτουμε τα κρέας (το οποίο έχουμε πλύνει πολύ καλά),
όλα τα μυρωδικά (κανέλλα, μπαχάρι, δάφνη, μοσχοκάρυδο, θυμάρι, ρίγανη, αλάτι,
πιπέρι) και το τσιγαρίζουμε. Στη συνέχεια προσθέτουμε τα ντοματάκια, τον πελτέ,
τη ζάχαρη, και το αφήνουμε να βράσει.
Πλένουμε
καλά τις μελιτζάνες, τις κόβουμε την κάθε μια ξεχωριστά σε 2 κομμάτια (κάθετα) και
τις βάζουμε σε μια λεκάνη με νερό να βγάλουν την πικράδα τους. Τις ψήνουμε με το φλούδι τους πάνω σε ένα
γκαζάκι, μία – μία ξεχωριστά για περίπου 5 λεπτά την κάθε μια ώστε να
μαλακώσουν αρκετά.
Όταν
τελειώσουμε το ψήσιμο, τις ρίχνουμε μέσα στη κατσαρόλα. και τα αφήνουμε να
βράσουν μαζί με το κρέας.
- «κάτω», «Κατωμερίτες»: έτσι αποκαλούν οι Οιάτες τα υπόλοιπα χωριά της Σαντορίνης γιατί βρίσκονται στην κάτω πλευρά, δηλαδή στα νότια του νησιού.
πηγή:Καλλ-ιστορώντας