Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα: Στον αμπελώνα της Σαντορίνης




Γράφει η ΧΡΥΣΑ ΝΑΝΟΥ

Ακούγεται παράδοξο: μία ταινία γυρισμένη στη Σαντορίνη, χωρίς ούτε ένα πλάνο από την Καλντέρα. Μα τι δείχνει ένα φιλμ αν αφήνει έξω ένα από τα πιο πολυφωτογραφημένα φυσικά σκηνικά στον κόσμο; Δείχνει αυτό που δε βλέπουν οι τουρίστες και που δε γνωρίζουν οι περισσότεροι Ελληνες: το κλάδεμα των αμπελιών και το θειάφισμα, τον τρύγο και την οινοποίηση, με δυο λόγια τη συναρπαστική ιστορία μιας μικρής κοινότητας αγροτών του ελληνικού νησιού, που συνεχίζουν μία παράδοση χιλιετιών, την καλλιέργεια του αμπελιού.

Η «Βάρδια του Πελεκάνου» είναι ο τίτλος της νέας ταινίας μεγάλου μήκους της Λείας Μπίνζερ, τα γυρίσματα της οποίας ολοκληρώθηκαν πρόσφατα. Η ταινία -συμπαραγωγή του «studioCrocus» με το διεθνούς κύρους σχολιαστή και υπέρμαχο του ελληνικού κρασιού, Νίκο Μάνεση- επιλέχθηκε να προβληθεί στο επίσημο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα (11-20 Μαρτίου), στο τμήμα «Κοινωνία και Περιβάλλον».

Η Ελληνοδανέζα σκηνοθέτρια, που μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, ζει τα τελευταία χρόνια μόνιμα στη Σαντορίνη. Στην προσπάθειά της, όπως εξηγεί στον «ΑτΚ», να αναζητήσει «κάποιες πρωταρχικές και ουσιαστικές αξίες σε μία περίοδο γενικής κρίσης αξιών», βρήκε το θέμα που έψαχνε στον αμπελώνα της Σαντορίνης. Ο φακός παρακολουθεί δύο αμπελουργούς κι έναν οινοποιό, μέσα στην πορεία ενός ετήσιου κύκλου εργασιών. Και οι τρεις έρχονται αντιμέτωποι με αντιξοότητες και προβλήματα, που δεν οφείλονται μόνο στην οικονομική συγκυρία της εποχής, αλλά και σε πιέσεις από το μικρόκοσμό τους.

Ο 52χρονος Νίκος Πελεκάνος, που δίνει το όνομά του και στον τίτλο της ταινίας, υπερασπίζεται με πάθος την ποιότητα και τον επαγγελματισμό και αντιπροσωπεύει τη νεότερη γενιά αμπελουργών. Ο Χρήστος Δαλμηράς είναι 83 ετών και αντιπροσωπεύει τον παραδοσιακό αμπελουργό της παλαιότερης γενιάς. Ο οινοποιός Πάρις Σιγάλας οραματίζεται την εξέλιξη της παράδοσης και την ενσωμάτωσή της στη σύγχρονη κουλτούρα του κρασιού.

Πρόκειται για την πρώτη ελληνική ταινία οινογνωστικού ενδιαφέροντος; «Δεν ήταν στόχος μου να γυρίσω ένα άλλο "Mondovino", μία ταινία για το κρασί. Περισσότερο με ενδιέφερε να παρακολουθήσω τις προσωπικές ιστορίες των αγροτών, να γυρίσω μία ανθρωποκεντρική ταινία που θέτει πολιτικά ζητήματα, σχολιάζει τα προβλήματα που δημιουργεί ο συνεταιρισμός, το ρόλο του αγρότη σε ένα σύστημα που εξελίσσεται», διευκρινίζει η Λεία Μπίνζερ. Αν έστρεφε το φακό της σε κάποιο άλλο σημείο της Ελλάδας, όπως λέει, ίσως να διάλεγε ως θέμα της την καλλιέργεια του κρόκου. «Η ταινία δείχνει τα κοντράστ που αναπτύσσονται σε μία μικρή κοινωνία η οποία πρέπει να βρει μία λύση για να προχωρήσει», εξηγεί.

Ο αρχαιότερος αμπελώνας

Γεμάτος ιδιαιτερότητες, για χίλιους δυο λόγους, ο αμπελώνας της Σαντορίνης είναι ο αρχαιότερος της Ευρώπης, ίσως και ολόκληρου του κόσμου. «Ηδη στην προϊστορική Θήρα πριν από την έκρηξη του ηφαιστείου φαίνεται ότι υπήρχε αμπελώνας. Οι έρευνες των αρχαιολόγων έχουν εντοπίσει πατητήρια, κουκούτσια και άλλα ίχνη που φτάνουν τόσο πίσω. Τετρακόσια χρόνια μετά την έκρηξη, όταν κατοικήθηκε ξανά το νησί, εντοπίζονται και πάλι ίχνη καλλιέργειας του αμπελιού», παρατηρεί η Λεία Μπίνζερ. Το ηφαίστειο στη Σαντορίνη υπήρξε βασικός παράγοντας στη διαμόρφωση του μικροκλίματος του νησιού και της ιδιαιτερότητας του τοπικού αμπελώνα. «Καθώς στην ηφαιστειογενή γη δεν μπορεί να αναπτυχθεί η φυλλοξήρα, ποτέ δε χρειάστηκε να μεταφερθεί στο νησί ξένο υποκείμενο. Αυτά που υπάρχουν προέρχονται από την πρώτη αμπελιά πριν από χιλιάδες χρόνια και ανανεώνονται μέχρι σήμερα με καταβολάδες».

Λόγω των ιδιαιτεροτήτων του, ο θηραϊκός αμπελώνας μετατρέπει τον αγρότη σε καλλιτέχνη. «Το κλίμα έχει αναγκάσει χρόνια τώρα τους αγρότες να βρουν λύσεις. Κλαδεύουν χαμηλά, κάνουν δύο κουλούρια και ένα καλάθι, τη λεγόμενη "γυριστή", τεχνικές που δεν μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε. Αν δε γίνουν επενδύσεις, η τέχνη και η τεχνική αυτή θα χαθεί», τονίζει η σκηνοθέτρια του φιλμ.

Δυστυχώς, ο πανάρχαιος αυτός αμπελώνας τείνει να θαφτεί κάτω από το μπετόν και τη χωρίς όρια τουριστική ανάπτυξη. Αμπελουργοί, οινοποιοί, συνεταιρισμός, τοπική αυτοδιοίκηση, εργάτες των χωραφιών και πολίτες, είναι όλοι μέρος ενός εύθραυστου συστήματος, και συνθέτουν μια μικρογραφία της ελληνικής κοινωνίας, σε εποχές οικονομικής, πολιτικής, πολιτιστικής και ηθικής κρίσης. Οι δυνάμεις της δημιουργικότητας και της παραγωγικότητας έρχονται αντιμέτωπες με την τάση για εύκολο κέρδος μέσω μιας πρόχειρης και επιβλαβούς για την ιδιαιτερότητα του τόπου επιχειρηματικότητας.

«Πρέπει άμεσα να γίνει χωροταξικός διαχωρισμός μεταξύ οικοδομήσιμης γης και αμπελουργικής ζώνης. Πώς να πείσεις την τοπική κοινωνία να κρατήσει το αμπέλι από τη στιγμή που δεν τη συμφέρει; Πώς θα πείσεις τον αγρότη ότι η γη αυτή μπορεί να πάρει αξία; Είναι ένα πολιτικό θέμα άλυτο. Δεν πρόκειται, πάντως, για μία καταγγελτική ταινία. Παρουσιάζει μία σκοπιά περισσότερο ποιητική και χιουμοριστική», διευκρινίζει η σκηνοθέτρια.

Τα διαφορετικά στάδια των εργασιών της καλλιέργειας του αμπελώνα στη διάρκεια ενός χρόνου ορίζουν τη δομή της ταινίας. Το σάουντρακ της Λάουρας Γκίνη έχει ουσιαστικό ρόλο στην αφήγηση. Στο «Τραγούδι της Αμπελιάς» τους στίχους υπογράφει η Λένα Κιτσοπούλου, ενώ το ερμηνεύει η σοπράνο Ειρήνη Τσιρακίδου.

Με αφορμή την ταινία θα ξεκινήσει μια καμπάνια ενημέρωσης του κοινού, με στόχο τη διάσωση του θηραϊκού αμπελώνα και την ανακήρυξή του σε μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, πρόταση που συζητιέται εδώ και... τριάντα χρόνια.


πηγή:agelioforos.