Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΦΙΜΩΣΟΥΝ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ




Γράφει ο π. Πασχάλης Γρίβας

Με πρόσφατη συνεδρίασή της η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφάσισε μεταξύ των άλλων να συστήσει μια επιτροπή η οποία θα μελετήσει το περιεχόμενο ορισμένων σχολικών βιβλίων, (συγκεκριμένα των Θρησκευτικών, της Ιστορίας και της Γλώσσας) ώστε στην συνέχεια με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα να καταθέσει τις απόψεις της στα αρμόδια όργανα της Πολιτείας και να ενημερώσει τον λαό του Θεού.


Η απόφαση αυτή της Ιεράς Συνόδου προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, ιδιαίτερα από όσους δεν επιθυμούν την ανάμιξη της Εκκλησίας μας στα κοινά, αλλά θέλουν να περιορίσουν όλη την δράση της μόνο εντός των τοίχων των Ιε­ρών Ναών. Μόνο μια εξαίρεση επιτρέπουν και αυτή είναι το να περιθάλπει η Εκκλησία τους αδύνατους οικονομικά, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, καλύπτοντας έτσι τις αδυναμίες του Κράτους σε θέματα κοινωνικής πρόνοιας.


Πολλοί δημοσιογράφοι, με άρθρα τους στον τύπο, κατηγόρησαν την Εκκλησία για το ενδιαφέρον της για τα σχολικά βιβλία, θεωρώντας ότι κάνει υπέρβαση των αρμοδιοτήτων της. Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο Κυριακάτικης Εφημερίδος που φέρει τον τίτλο: «Έλεος! Η Εκκλησία θέλει να λογοκρίνει τα σχολικά βιβλία». Και ο ανώνυμος αρθρογράφος συνεχίζει: «Δεν είμαστε Αφγανιστάν, δεν είμαστε Ιράν, είμαστε όμως η χώρα όπου η Εκκλησία εισβάλλει ανενόχλητη στη δημόσια ζωή και στα κέντρα λήψης αποφάσεων, φτιάχνει ή γκρεμίζει πολιτικές καριέρες, βρίσκεται πάντα στο απυρόβλητο και δεν πληρώνει τους φόρους που της αναλογούν, ενώ εξακολουθεί να θησαυρίζει από το υστέρημα των θρη­σκευ­όμενων. Τελευταίο επίτευγμα της Εκκλησίας είναι η απόφασή της να ασχοληθεί με την «αποχριστιανοποίηση» που διακρίνει στα σχολικά βιβλία, συστήνοντας επιτροπή η οποία θα βγάλει πόρισμα και στη συνέχεια θα συζητήσει με το υπουργείο Παιδείας. Η Εκκλησία, δηλαδή, ευθέως λέει ότι θέλει να κάνει προπαγάνδα και προσυλητισμό στους μαθητές, ενώ δεν κρύβει τις προθέσεις της να συγκρουστεί με την Κυβέρνηση αν δεν εξυπηρετηθούν οι επιδιώξεις της. Μα είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά σε μια ευρωπαϊκή χώρα το 2010; Και όμως...» (βλ. FREE SUNDAY, 10-10-2010, σελ. 11).


Όπως βλέπουμε με το άρθρο αυτό γίνεται συνολική αρνητική κριτική προς την Εκκλησία μας, και μάλιστα με εμπάθεια και προκατάληψη, και πάνω σε διάφορα θέματα. Ας τα σχολιάσουμε λοιπόν με την σειρά:


Διαμαρτύρεται ο ανώνυμος αρθρογράφος μας, ότι τάχα η Εκκλησία εισβάλλει ανενόχλητη στη δημόσια ζωή και στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Το ερώτημα όμως είναι: Ποιός θα έπρεπε να εμποδίσει την Εκκλησία να ασχοληθεί με τα κοινά; Μήπως ο ελληνικός λαός που στην απόλυτη πλειοψηφία του είναι Ορθόδοξος και θέλει, αν όχι και απαιτεί, την πα­ρου­σία της Εκ­κλη­σίας μας στα δημόσια πράγματα, και επιθυμεί να ακούει τον λόγο της πάνω σε όλα τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τον τόπο μας; Φυσικά όχι. Άλλωστε διαχρονικά η Εκκλησία μας πάντοτε ήταν πα­ρούσα στην δημόσια ζωή, και όποιος ισχυριστεί το αντίθετο έχει σημαντικά κενά στην γνώση της Ελληνικής Ιστορίας. Εδώ βλέπουμε ότι μπορεί να εισβάλλει ανενόχλητος στην δημόσια ζωή ο κάθε ανιστόρητος και προκα­τειλημμένος δημοσιογράφος, αρθρογραφώντας σε εφημερίδες και μιλώντας σε τηλεοπτικές εκπομπές, την στιγμή μάλιστα που εκπροσωπεί μόνο τον εαυτό του. Και δεν έχουν το δικαίωμα αυτό οι ποιμένες της Εκ­­κλη­­σίας, που είναι οι εκπρόσωποι του πιστού λαού; Δηλαδή αν θελήσουν να τοπο­θετηθούν πάνω σε κρίσιμα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την πορεία του Έθνους μας, πρέπει κάποιος να τους εμποδίσει; Έχουν λογική τέτοιες απόψεις; Έπειτα απ’ ότι γνωρίζουμε στα Δημοκρατικά πολιτεύματα ακόμη και ο κάθε πολίτης μπορεί να τοποθετηθεί δημόσια για όποιο θέμα θέλει. Γιατί αυτό να απαγορεύεται ειδικά στην Εκκλησία; Για όλους ισχύουν οι αρχές της Δημοκρατίας, ειδικά όμως για την Εκκλησία πρέπει να ισχύουν οι περιορισμοί που βάζουν οι Δικτατορίες; Μήπως τελικά έχουν δίκιο, όσοι υποστηρίζουν, ότι στην χώρα μας το κατεστημένο πολιτικό σύστημα, και όσοι το υπηρετούν, δεν θέλουν να ακούγεται η φωνή της Εκκλησίας και άλλες ελεύθερες φωνές, γιατί δεν θέλουν πολίτες με γνώση και κρίση ώστε να μπορούν να τους ελέγχουν εύκολα;


Αλήθεια, αν τα κέντρα λήψης των αποφάσεων ακούσουν από την Εκκλησία κάτι σωστό και αληθινό, είναι κακό να το λάβουν υπόψιν τους; Δεν θα είναι για το καλό των πολιτών; Άλλωστε γνωρίζουμε πολύ καλά όλοι ότι η Εκκλησία ποτέ δεν επέβαλε τις απόψεις της στην Πολιτεία. Απλώς τοποθετήθηκε ή διαμαρτυρήθηκε πάνω σε διάφορα θέματα υψίστης σημασίας. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του θρησκεύματος στις ταυτότη­τες, που, παρά την ενυπόγραφη διαμαρτυρία τριών εκατομμυρίων πολιτών, ο τότε Πρωθυπουργός με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις επέβαλε την άποψή του, άποψη προσωπική ούτε κάν του κόμματός του, και έβγαλε το θρήσκευ­μα από τις ταυτότητες των Ελλήνων.


Ας μη φοβάται λοιπόν την Εκκλησία ο ανώνυμος αρθρογράφος μας, ας φοβάται καλύτερα όλους αυτούς που, αφού πάρουν την ψήφο του Ελ­ληνικού λαού, μετά κάνουν αυτά που τους υπαγορεύουν τα συμφέροντά τους ή ξένα κέντρα αποφάσεων. Ας φοβάται επίσης και κάποιους συνα­δέλφους του που αρθρογραφούν υπακούοντας και αυτοί σε κάποια κέντρα αποφάσεων, κομματικά ή άλλα. Κι αν στην πατρίδα μας δεν υπάρχει θέση για την Εκκλησία μας στα κέντρα λήψης αποφάσεων, τότε αυτό αποδεικνύει περίτρανα ότι όλες οι θέσεις στα κέντρα αυτά είναι κατειλημμένες από εχθρούς των πραγματικών συμφερόντων του λαού μας.


Έπειτα, αν η Εκκλησία έχει την δύναμη να φτιάχνει ή να γκρεμίζει πολιτικές καριέρες, αυτό από μόνο του αποδεικνύει ότι ο λαός μας έχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην Εκκλησία του, παρά σε αυτούς που επι­διώκουν μεν πολιτική καριέρα, αλλά δεν πείθουν κανένα ότι επιδιώκουν να υπηρετήσουν το κοινό καλό. Άν πιάσουμε δε την συζήτηση για το ποιός πληρώνει ή δεν πληρώνει φόρους σ’ αυτόν τον τόπο, θα γελάσει κά­θε πικραμένος. Πάντως η Εκκλησία ποτέ δεν απέκρυψε την ιδιοκτησία της. Κι αν εξακολουθεί να θησαυρίζει από το υστέρημα των θρησκευομένων, όπως υποστηρίζει το δημοσίευμα, αυτό φανερώνει απλά, ότι μόνο την Εκκλησία εμπιστεύεται ο πιστός λαός, γιατί έχει την βεβαιότη­τα ότι η προ­σ­φορά του σ’ αυτήν θα πιάσει τόπο, και θα αξιοποιηθεί για το κοινό καλό. Και έχει αυτήν την βεβαιότητα γιατί βλέπει καθημερινά το έργο της Εκκλησίας και την προσφορά της στους ανθρώπους. Όσο για το ποιός θησαυρίζει αρκεί κανείς ν’ ακούσει τι λέει κάθε μέρα ο μέσος Έλληνας γι’ αυτό το θέμα. Ότι αν ορισμένοι πολιτικοί και κάποιοι μεγαλοδημοσι­ογράφοι έδιναν στο Δημόσιο Ταμείο το ήμισυ της πραγμα­τικής τους περιουσίας, τότε θα είχε μηδενιστεί το χρέος της Ελ­λάδος. Μπορεί ν’ ακού­γεται υπερ­βολικός ο λόγος, αλλά μέσα στην υπερβολή του κρύβει μεγάλες αλήθειες.


Τουλάχιστον η Εκκλησία μας έχει αποδείξει ιστορικά ότι σε κρίσιμες περιόδους για την επιβίωση του Έθνους προσφέρει τα πάντα στον λαό, ακόμη και τα καντήλια των Ναών της. Υπάρχει κανείς που μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό; Αν το κάνει, η ιστορία θα τον διαψεύσει αμέσως.


Και ερχόμαστε στο τελευταίο σημείο. Επειδή η Εκκλησία θα ασχο­ληθεί με τα σχολικά βιβλία, άρα θέλει –κατά τον ανώνυμο αρθρογράφο– να κά­νει προπαγάνδα και προσηλυτισμό στους μαθητές. Μα ούτε αυτό το στοιχειώδες δεν γνωρίζει ένας δημοσιογράφος, που υποτίθεται ότι ενημε­ρώνει αντικειμενικά και διαφωτίζει τον αναγνώστη, ότι προπαγάνδα και προσηλυτισμός γίνεται, όταν γίνεται, προς αλλοδόξους και αλλοθρήσκους και όχι προς ομοδόξους. Δηλαδή η Ορθόδοξη Εκκλησία κάνει προπαγάνδα και προσηλυτισμό στο ορθόδοξο ποίμνιό της; Θα τρελαθούμε τελείως; Είναι σαν να λέμε ότι όταν για παράδειγμα το Κομ­μουνιστικό Κόμμα της Ελλάδος ενημερώνει τα μέλη του για κάποια θέματα, κάνει προπαγάνδα και προσηλυτισμό στους κομμουνιστές! Αντέχουν στην λογική αυτοί οι ισχυρισμοί;


Όταν λοιπόν η Εκκλησία ομιλεί, απευθύνεται στα παιδιά της, στο ποίμνιό της αλλά και σε κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Γιατί ο πιστός λαός, περιμένει ν’ ακούσει από τους ποιμένες του, υπεύθυνες και τεκμηριωμένες θέσεις, όχι μόνο για το θέμα των σχολικών βιβλίων αλλά για όλα τα θέ­ματα που τον απασχολούν στην καθημερινή του ζωή.


Αφήστε δε που ει­δικά για τα θέματα της Παιδείας είναι και συνταγματική υποχρέωσή της να ασχολείται, γιατί όπως είναι γνωστό, σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδος, (άρθρο 16, παρ. 2) σκοπός της Παιδείας είναι η ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών. Μήπως έχει αλλάξει το Σύνταγμα και δεν το μάθαμε;


Κλείνοντας το άρθρο του ο αγαπητός μας δημοσιογράφος διερωτάται αν είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά σε μια ευρωπαϊκή χώρα το 2010. Θά απαντήσουμε με μια είδηση. Στις αρχές Οκτωβρίου (4-8/10/2010) συνε­δρίασε στο Στρασβούργο το Συμβούλιο της Ευρώπης με κύριο θέμα: «Εκ­παί­δευση για την Θρησκεία και την Δημοκρατία. Πολιτισμός, Διάλογος και το Συμβούλιο της Ευρώπης». Στη συνεδρίαση της Ομάδας εργασίας έλαβαν μέρος ειδικοί επιστήμονες επί του θέματος της Θρησκευτικής Εκ­παίδευσης από διάφορες χώρες: Ιταλία, Βουλγαρία, Γαλλία, Λεττονία, Ολ­λανδία, Νορβηγία, Ελβετία, Μεγάλη Βρετανία και Γερμανία. Κατά την διάρκεια των συζητήσεων οι συμμετέχοντες υπογράμμισαν ότι η θρησκευτική εκπαίδευση είναι κεντρικής σημασίας για τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να δημιουργήσει συνειδητούς Ευρωπαίους πολίτες και να συμ­βάλλει στην κοινωνική δικαιοσύνη, την Ειρήνη και την Κοινωνική συνοχή. (Βλ. ιστοσελίδα Romfea.gr 11-10-2010)


Άρα οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συζητούν για την ανάγκη και την αξία της Θρησκευτικής εκπαίδευσης. Η Ελλάδα δεν είναι χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να κάνει έναν πολιτισμένο διάλογο για τα θέματα αυτά; Μόνο στην Ελλάδα οι αρμόδιοι δεν δέχονται καμιά συζήτηση και πρό­ταση. Πως κατά τα άλλα καυχόμεθα ότι δεν είμαστε Αφγανιστάν ή Ιράν; Αλλά βλέπετε ότι στην Ελλάδα έχουμε κάποιους καλοθελητές δημο­σιογράφους και κάποιους ψευτοπροοδευτικούς διανοούμενους, που την συζήτηση και τον διάλογο τα ονομάζουν λογοκρισία, και τις εποικοδο­μητικές προτάσεις τις θεωρούν εισβολή στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Κι έτσι τώρα ήρθε η σειρά μας να αναρωτηθούμε κι εμείς: «Μα είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά σε μια Ευρωπαϊκή χώρα του 2010;» Και όμως ....!





ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ Αριθμ. Φύλλου 101

Νοέμβριος 2010