Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010

ΘΥΜΟΣ


Γραφει η Μαργαρίτα Μυτιληναίου

Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Εγώ ξέρω πως όποιος θέλει, μπορεί. Κι όποιος μπορεί, κάνει. Πράττει. Όποιος δεν θέλει κι όποιος δεν μπορεί πρέπει να πηγαίνει σπίτι του. Σωστά; Εσείς, κύριοι των εξουσιών, γιατί θέλετε να με πείσετε για το αντίθετο;

Μένω στο Παγκράτι. Πριν από τρία χρόνια δέχτηκα μια επίθεση από αγνώστους στην περιοχή που, τον τελευταίο καιρό, αποτελεί το βασικό θέμα συζητήσεων και εντάσεων στην Αθήνα. Κυψέλη, Άγιος Παντελεήμονας, Πατήσια. Ευτυχώς, το σπασμένο μου σαγόνι δεν έσπασε το ηθικό μου. Ούτε τραυμάτισε την ηθική μου. Την αντοχή μου απέναντι στο ξένο. Στους ξένους.
Δεν ξέρω πόσοι, και ποιοί, από τους δημάρχους, υπουργούς, βουλευτές και πολιτευτές έχουν περπατήσει απόγευμα και βράδυ στις συγκεκριμένες γειτονιές.

Εγώ, έχω καιρό να το κάνω. Οι φίλοι μου όμως, που μένουν εκεί αντιμετωπίζουν καθημερινά το φόβο, τη βία, την απόλυτη απουσία προστασίας του κράτους, του δήμου, της αστυνομίας. Κάποιοι από αυτούς τους φίλους μου ψήφισαν Μιχαλολιάκο στις εκλογές για το δήμο της Αθήνας.

Σάστισα. Τους ήξερα για δημοκράτες, αριστερούς. Ένας-δύο μόνο ήταν φανατικοί δεξιοί.

Όταν, με θυμό, τους ρώτησα γιατί το έκαναν, μου απάντησαν: «Γιατί, επιτέλους, πρέπει να καταλάβουν όσοι παίρνουν αποφάσεις σ’ αυτό τον τόπο ότι Αθήνα δεν είναι μόνο το Κολωνάκι, το Καλλιμάρμαρο και οι Αμπελόκηποι. Αθήνα είναι και η Φωκίωνος Νέγρη που δεν μπορείς να την περπατήσεις από τις 6 το απόγευμα, Αθήνα είναι και το παρκάκι του Μουσείου ή η Ομόνοια που γίνεται κανονική διακίνηση ναρκωτικών μπροστά στα μάτια των ανδρών της ομάδας «Δίας», Αθήνα είναι και ο Άγιος Παντελεήμονας που η Χρυσή Αυγή και οι παράνομοι μετανάστες δίνουν καθημερινές μάχες με όπλα, Αθήνα είναι και το σπίτι μου στο οποίο, από την ώρα που δύει ο ήλιος και μετά, φοβάμαι να μπω ή να βγω μήπως μου την πέσει κάποιος και μου κάνει κακό..»

Έμεινα να τους κοιτάζω. Σιωπηλή.

«Και τι κερδίσατε που ψηφίσατε Χρυσή Αυγή;» ψέλλισα. «Πιστεύετε ότι, νομιμοποιώντας ένα φασιστικό κόμμα, θα βρείτε λύση στο πρόβλημά σας;» .

«Όχι. Αλλά τουλάχιστον τώρα κάποιος θα μας ακούσει. Κάποιος θα σταθεί στο 20-25% που έπιασε αυτή η παράταξη στην περιοχή μας. Κάποιος θα προβληματιστεί σοβαρά από την ανησυχητική αύξηση της «μαύρης» ψήφου. Δε μας φταίνε οι ξένοι μόνο. Και οι έλληνες τα ίδια κάνουν. Η παραβατική συμπεριφορά ΔΕΝ έχει εθνικότητα. Προφανώς, δεν έχει και τιμωρία. Εμείς δεν μπορούμε πια να κοιμηθούμε από το φόβο μας. Ε, ήρθε η ώρα κάποιοι να ξυπνήσουν».

Έφυγα πολύ προβληματισμένη. Μπήκα στο αυτοκίνητο. Πέρασα από την πλατεία Κοτζιά. Θυμήθηκα τη βραδιά που οι Atenistas μάζεψαν κόσμο εκεί. Τα κεριά τους είχαν γεμίσει την πλατεία με φως αληθινό. Τη συγκίνηση της στιγμής είχε εύκολα διακόψει η εικόνα μιας κοπέλας που τρυπιόταν μπροστά στα συνεργεία καθαριότητας του Δήμου. Στον Κεραμικό, τα ίδια. Η Λεωνίδου μοιάζει με κολαστήριο.

Και, τι περίεργο.. Την ώρα που οι Αθηναίοι πάνε να τα σπάσουν στα μπουζούκια της Πειραιώς, οι «άθλιοι» της πόλης σπάνε φλέβες και βιτρίνες για να λυτρωθούν.

Και κανείς αρμόδιος δεν κάνει τίποτα.

Και κανείς αρμόδιος δεν ντρέπεται.

Και κανείς αρμόδιος δεν παίρνει πρωτοβουλία. Για τίποτα.

Είναι όλοι στη θέση τους. Στην έδρα τους. Στην καρέκλα τους. Παλιοί και νέοι.

Μοιάζουν ακίνητοι. Αμετακίνητοι. Ασυγκίνητοι. Ίσως να αλλάξει η σκέψη τους όταν κι αυτοί ένα βράδυ δεν θα μπορέσουν να μπουν στο σπίτι τους. Από φόβο.

ΥΓ. Το Σάββατο έκανα μια βόλτα στην οδό Κυδαθηναίων, στην Πλάκα. Μάλιστα, εκείνη την ώρα περνούσε και ο Αμυράς με το ποδήλατό του! Με σταμάτησε ένας πλανόδιος ζωγράφος και μου σύστησε να κρύψω την αλυσίδα που φορούσα στο λαιμό γιατί.. «αγρίεψε ο κόσμος, παιδί μου». Τον ρώτησα αν έφτασε μέχρι εκεί το κακό. «Όχι», μου απάντησε. «Το πρωί, στου Ψυρρή, χτύπησε κάποιος μια τουρίστρια για να της πάρει έναν χρυσό σταυρό που φορούσε». «Τον πιάσανε μετά;» ρώτησα. «Τον κυνηγήσανε, τον βρήκανε αλλά άφαντο το χρυσαφικό, κορίτσι μου».

Άφαντη και η αξιοπρέπεια, ψιθύρισα. Δεν ξέρω αν με άκουσε..

πηγή:Ρεσάλτο