Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Ο ήλιος καίει... τις τσέπες μας

http://www.atlantidavillas.com/santorini/hotel_in_oia_santorini.JPG

Γράφει η ΑΡΤΕΜΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΖΑ

Χρειαζόμαστε «δάνειο» για 24 ώρες σε Πρωταρά και Αγία Νάπα

Εδώ και μήνες μέτραγα τις μέρες μέχρι να έρθει το καλοκαιράκι, όχι επειδή μου αρέσει η τρομακτική μας ζέστη, αλλά επειδή θα μπορούσα να πάρω λίγες μέρες άδεια και να πάω διακοπές.

Από πέρσι ήθελα να ταξιδέψω σε κάποιο από τα πανέμορφα νησιά της Ελλάδας. Τελικά, μετά λύπης μου, παίρνοντας τέσσερα-πέντε διαφημιστικά ταξιδιωτικών πρακτορείων, αντιλήφθηκα ότι λίγο η οικονομική κρίση, λίγο η όχι και τόσο επιτυχημένη «οικονομία» μου, δεν είχα ούτε τα μισά απ’ όσα ζητούσαν για να πάω έστω πέντε μέρες κάπου. «Πάμε Αγία Νάπα - Πρωταρά, σαν τουρίστες, έστω για μια νύχτα;» μου είπε η κολλητή μου, και κάτω από τις συνθήκες που επικρατούσαν στο πορτοφόλι μου, είπα αμέσως το «ναι». Τι το ήθελα όμως;
Το αποτέλεσμα της επιλογής μου ήταν να ξοδέψω σε μόνο 30 ώρες, όσα θα έδινα για τρεις νύχτες στη Σαντορίνη....

«180 ευρώ το δωμάτιο»
Ξεκινήσαμε πρωί Σαββάτου, για να μη βρούμε κίνηση στον αυτοκινητόδρομο, αφού πρώτα είχαμε γεμίσει το αυτοκίνητο με 20 ευρώ βενζίνη. Μετά από μια ώρα και κάτι στο δρόμο, αφού την ιδέα μας, για το πρωινό ξύπνημα την είχαν πολλοί, φτάσαμε στο τριάστερο ξενοδοχείο της επιλογής μας. «180 ευρώ το δωμάτιο», μας είπε η ευγενέστατη υπάλληλος, αφήνοντάς με να αναρωτιέμαι, κατά πόσο αυτή τη μικρή λεπτομέρεια της τιμής τη γνώριζε η φίλη μου. Πληρώσαμε από μισά και μπήκαμε στο δωμάτιο μας, που ευτυχώς είχε θέα, αν μη τι άλλο, τη θάλασσα. Φορέσαμε τα μαγιό μας, πήραμε αντηλιακά, καπέλα και ρακέτες και πήγαμε σε κοσμικότατη παραλία του Πρωταρά.

«Ενοίκιο» για τα κρεβατάκια
ΔΕΝ πέρασαν πέντε λεπτά, και ήρθε ένας κύριος να εισπράξει, «το ενοίκιο» για τα δύο κρεβατάκια που κρατούσαμε και την ομπρέλα. «Δώδεκα ευρώ και μπορείτε να κάτσετε όση ώρα θέλετε», είπε, λες και μας έκανε χάρη. «Μα με τόσα λεφτά που δίνουμε, κύριε», σκέφτηκα, «πρέπει να κάθομαι ένα μήνα για να πω ότι αξίζει ο κόπος». Το είχα πάρει απόφαση, πως δεν θα γκρινιάξω ό,τι και να μου συνέβαινε, αφού είχα έρθει με σκοπό να χαλαρώσω. Έβγαλα τα περιοδικά και τα βιβλία μου και άρχισα ήρεμη και ευδιάθετη το διάβασμα, μέχρι την ώρα που άκουσα την «ψύχραιμη» μέχρι εκείνη στιγμή φίλη μου, να τσακώνεται με τον υπάλληλο της καφετερίας από πάνω, γιατί της είχε δώσει ένα φραπέ πέντε ευρώ. Σηκώθηκα, την καθησύχασα, παίξαμε ρακέτες, ηρέμησε και τελικά σηκωνόμαστε να φύγουμε και να πάμε για φαγητό. Είχαμε πεθυμήσει ψαρομεζέδες και όσο και να μας κόστιζε, ήμασταν πεπεισμένες να τα δώσουμε. Ομολογώ ότι το τραπέζι μας, γέμισε απ' όλο το θαλάσσιο κόσμο. Μέχρι πιάτο με κάτι που έμοιαζε με φύκια μας έφεραν. Δεν προλάβαμε να τελειώσουμε το φαγητό και μας λέει η σερβιτόρα: «Πριν σας φέρουμε τον λογαριασμό, έχετε κερασμένο από εμάς φρούτα και γλυκό του κουταλιού». Τελικά, όπως φάνηκε, όχι μόνο κερασμένα δεν ήταν τα δύο μήλα και τα τρία κομμάτια καρπούζι που μας έφεραν, αλλά μαζί με τα υπόλοιπα, κόστιζαν ακριβώς όσο μια τσάντα μάρκας που είχα δει στη Λευκωσία, 70 ευρώ. Ξεροκατάπιαμε, πληρώσαμε με πιστωτική κάρτα και αποχωρήσαμε για το ξενοδοχείο, αφού γεμίσαμε μια σακούλα με τσιπς, νερά και σάντουιτς, από ένα περίπτερο εκεί στο δρόμο, για να έχουμε να τρώμε την υπόλοιπη ημέρα και να μη χρειαστεί να ξοδέψουμε άλλα λεφτά. «Ενάμισι ευρώ το πακετάκι τσιπς (είχαμε πάρει τέσσερα), τρία ευρώ το μπουκαλάκι νερό (είχαμε πάρει δύο) και δύο κρύα σάντουιτς με κοτόπουλο, τυρί και μαρούλι, ο λογαριασμός βγήκε 22 ευρώ. Δεν θέλαμε να επιστρέψουμε πίσω σπίτι μας στη Λευκωσία, είχαμε πληρώσει άλλωστε και το ένα τρίτο του μισθού μας ως τώρα, 310 ευρώ και οι δύο μαζί, και έτσι είπαμε, αφού ήρθαμε θα περάσουμε καλά.

Χρέωση κατά σταγόνα…
ΤΗ ΝΥΧΤΑ πήγαμε για ποτό σ’ ένα πολύ ήσυχο και ωραίο μέρος, οπού τυχαία βρήκαμε και αρκετούς γνωστούς πρωτευουσιάνους. «Δύο μάλιμπου ανανά σε παρακαλώ», είπα, για να διαπιστώσω μετά από λίγο, πως ήμασταν τυχερές που δεν παραγγείλαμε τίποτα με περισσότερα συστατικά, αφού η χρέωση ήταν σχεδόν κατά σταγόνα στο ποτήρι. Πέντε ευρώ ο χυμός ανανά, έξι ευρώ το μάλιμπου και αυτά επί δύο. Αν και είχαμε κέφι για χορό και διασκέδαση, η κατάσταση είχε παρατραβήξει και εμείς για να ξεπληρώσουμε τη μια νύχτα διακοπών μας, θα έπρεπε να κάτσουμε σπίτι τρεις εβδομάδες. Πήγαμε στο ξενοδοχείο, κοιμηθήκαμε και φύγαμε άρον-άρον το πρωί για την… αγαπημένη μας Λευκωσία. Άνοιξα ξανά τα διαφημιστικά φυλλάδια των ταξιδιωτικών πρακτορείων και εκεί διαπίστωσα το λόγο που προφανώς, όλοι παραπονιούνται πως δεν έχουμε τουρισμό. Τηλεφώνησα στη φίλη μου και της ανακοίνωσα:
«Του χρόνου πετάμε για ελληνικό νησί. Μπορεί η τιμή να είναι 550 ευρώ για Σαντορίνη, σχεδόν διπλάσια από αυτά που δώσαμε εμείς, αλλά είναι πακέτο για επτά νύχτες».

Ελεύθερος ανταγωνισμός
ΣΥΜΦΩΝΑ με τη Ροδούλα Αντωνίου, Βοηθό Τουριστικό Λειτουργό στη Μονάδα Ναυτικού Τουρισμού, το εμπόριο είναι ελεύθερο και δεν υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία, που να καθορίζει όριο στις τιμές των εστιατορίων, περιπτέρων κτλ. Απλώς, βάσει της νομοθεσίας είναι υπόχρεοι να δίνουν σχετικό τιμοκατάλογο στους ενδιαφερόμενους. Όσον αφορά τα κρεβατάκια θαλάσσης και τις ομπρέλες στις παραλίες, βάσει της νομοθεσίας, οι μέγιστες επιτρεπόμενες τιμές, για ένα κρεβατάκι είναι 2,50 ευρώ, ενώ η ίδια τιμή ισχύει και για τις ομπρέλες. Οποιαδήποτε τιμή πέραν των προαναφερόμενων ή οποιοδήποτε άλλο παράπονο, πρέπει να καταγγέλλεται, είτε στον ΚΟΤ είτε στο Σύνδεσμο Καταναλωτών.

«Οι τουρίστες δεν είναι βλάκες…»
ΕΙΠΑΜΕ σε συντομία, σ’ έξι άτομα που βρήκαμε σε παραλία στην Αγία Νάπα, την προαναφερθείσα εμπειρία μας, και τους ζητήσαμε να μας τη σχολιάσουν, λέγοντας μας δικές τους εμπειρίες. Ιδού τι μας είπαν…

Τσιμπημένες τιμές, αλλά…
Στέφανη Αριστείδου
: «Αν και δεν θα πάω φέτος διακοπές, δεν κάθομαι σπίτι. Έχουμε τις καλύτερες παραλίες στον Πρωταρά, γιατί να πάω αλλού; Σχετικά με τις τιμές, συμφωνώ, είναι τσιμπημένες, ειδικά στα τουριστικά μαγαζάκια, αλλά αφού κάθε χρόνο παραπονιόμαστε και κάθε χρόνο πάμε. Ποτέ δεν θα μείνει άδειος ο Πρωταράς και η Αγία Νάπα. Ακόμα και τουρίστες να μην έχουμε, όλη η Λευκωσία θα είναι πάντα εδώ, και ας δίνει τρία ευρώ για ένα μπουκαλάκι νερό».

Υποκειμενικό το ζήτημα
Χρυστάλλα Αγαπίου
: «Κάθε σαββατοκύριακο είμαι εδώ. Έχω ευτυχώς σπίτι και έτσι δεν ξέρω σχετικά με τιμές ξενοδοχείων, αλλά όσον αφορά τις τιμές στα εστιατόρια και στις καφετερίες, είναι λες και πας σε άλλο τουριστικό προορισμό νομίζω. Αν πληρώνεις πέντε ευρώ το φρέσκο χυμό στη Λευκωσία, γιατί να μην πληρώνεις 6-7 το φρέσκο χυμό, σε καφετερία με θέα το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας; Το πώς θεωρούμε τις τιμές για το κάθε πράγμα είναι ζήτημα υποκειμενικό».

Οι τουρίστες δεν είναι βλάκες
Σωτήρης Γεωργίου
: «Είμαι φοιτητής στην Αγγλία και ήρθα απλώς για τις διακοπές μου εδώ. Δεν θα σου πω αν είναι ακριβά ή φτηνά σε αυτές τις περιοχές, θα σου πω, όμως, ότι είναι παράλογο εστιατόριο να έχει διαφορετικό μενού για τουρίστες και διαφορετικό για ντόπιους. Νόμιζαν ότι είμαι ξένος και μου έδωσαν μενού στα αγγλικά και διαπίστωσα ότι οι τιμές ήταν κατά ένα-δύο ευρώ πιο ακριβές, από ό,τι ήταν στο ελληνικό μενού που μου έδωσαν μετά. Ας προσέξουμε λίγο τις κινήσεις μας και οι τουρίστες δεν είναι βλάκες, αντιλαμβάνονται όταν υπάρχει αισχροκέρδεια».

Προσφέρουμε τα καλύτερα
Σταύρος Αλονεύτης
: «Είναι στέκι, πλέον, για εμάς αυτή η παραλία και γενικά η Αγία Νάπα το καλοκαίρι. Αν έχεις το σπίτι σου, δεν πας κάθε μέρα για φαγητό εκτός και προσέχεις λίγο τα λεφτά σου, μια χαρά περνάς. Τώρα σχετικά με αυτά που λέγονται ότι είμαστε ακριβός προορισμός κτλ, πιστεύω ότι από τη στιγμή που προσφέρουμε τα καλύτερα, καλά κάνουμε και τα βάζουμε στις τιμές που τα βάζουμε. Όντως και εγώ, π.χ. παρατήρησα ότι το μπουκαλάκι νερό πουλιέται δύο, ακόμα και τρία ευρώ σε περίπτερα. Αλλά από τη στιγμή που δεν υπάρχει κανονισμός για συγκεκριμένες τιμές, πάλι καλά που μένουν στα τρία ευρώ και δεν τα κάνουν δεκατρία».

Όλα έχουν ακριβύνει
Μαρία Αντρέου
: «Πρώτη φορά έρχομαι φέτος και έχω διαπιστώσει πως όλα έχουν ακριβύνει πολύ περισσότερο από πέρσι. Στο ξενοδοχείο μας πληρώνουμε 120 ευρώ το βράδυ και μέσος όρος τα λεφτά που ξοδεύουμε καθημερινά, μαζί με τσιγάρα, νερά, φαγητά και καφέδες, ξεπερνάνε τα 50 ευρώ. Βρήκαμε μια παρέα Ρώσους στο ξενοδοχείο μας και μας έλεγαν πως άκουγαν πως η Κύπρος είναι ακριβή, αλλά δεν περίμεναν οι τιμές να ήταν έτσι. Αγοράζουν ένα μπουκαλάκι νερό στη χώρα τους 80 σεντ και εδώ παντού είναι πάνω από ενάμισι ευρώ.
Και αυτό ήταν ένα μόνο από τα παραδείγματα που μας ανέφεραν».

Δεν αξίζει να πληρώνουμε

Γιάννα Χαραλάμπους
: «Ήρθαμε για μονοήμερο. Δεν αξίζει να πληρώνουμε ξενοδοχεία, όταν μένουμε τριάντα λεπτά απόσταση από εδώ. Όπως βλέπεις ήρθαμε οργανωμένοι με παγωνιέρα, σάντουιτς, χυμούς και φρούτα. Είμαστε πέντε άτομα, εγώ, ο άντρας μου, και τρία παιδιά. Δεν είμαστε διατεθειμένοι να πληρώνουμε όσα-όσα για τις υπηρεσίες εδώ. Άντε να πάρουμε κανένα παγωτό, στον μικρό, τα άλλα είναι πολυτέλεια όπως εξελίχτηκαν οι τιμές. Λέμε έχουμε οικονομική κρίση, γιατί οι τιμές ανεβαίνουν, ενώ οι μισθοί κατεβαίνουν; Όπως πάνε τα πράγματα, η κατάσταση της οικονομίας μας θα μας καταντήσει σαν την Ελλάδα».


πηγή:σημερινή